Η ανακοίνωση από την κυβέρνηση της δέσμης των μέτρων για την αντιμετώπιση της ακριβείας αποδεικνύει αναμφισβήτητα το βάθος του προβλήματος κάνοντας σαφές σε όλους ότι οι τιμές στα τρόφιμα δεν πρόκειται να επιστρέψουν σε παλιότερα επίπεδα τουλάχιστον το προσεχές διάστημα και ίσως ήρθαν και θα μείνουν. Eρευνα τιμών που πραγματοποίησαν «ΤΑ ΝΕΑ» αποδεικνύει ότι μέσα σε έναν χρόνο (Οκτώβριος 2022 – Οκτώβριος 2023), για τα ίδια ακριβώς προϊόντα, τις ίδιες ποσότητες, από τα ίδια σουπερμάρκετ, παρατηρήθηκαν αυξήσεις 28%. Τα «ΝΕΑ» πήραν αποδείξεις του Οκτωβρίου 2022 και προχώρησαν στις ίδιες ακριβώς αγορές στις 2 και 3 Οκτωβρίου. Συνολικά αγοράστηκαν 22 προϊόντα. Το «καλάθι» αυτό κόστισε 155,80 ευρώ, όταν πριν από ένα χρόνο κόστισε 121,84 ευρώ. Δηλαδή, υπήρξε ανατίμηση 28%.
Αν και μέχρι σήμερα υπήρξαν μέτρα που προσπάθησαν να περιορίσουν τις αυξήσεις στην αγορά των τροφίμων, όπως το πλαφόν στο περιθώριο κέρδους των επιχειρήσεων αλλά και το καλάθι του νοικοκυριού, αυτό ως φαίνεται δεν στάθηκε δυνατόν να επιτευχθεί.
Πανδημία, κλίμα, ενέργεια
Ο μικρός ανταγωνισμός εντός της ελληνικής αγοράς σε συνδυασμό με την εξάρτηση από εισαγωγές είτε αυτές πρόκειται για πρώτες ύλες είτε για τελικά προϊόντα δημιουργούν συνθήκες ευαλωτότητας αναφορικά με την εξέλιξη των τιμών. Μάλιστα η κατάσταση γίνεται ακόμα πιο δύσκολη μετά και τις καταστροφές στην αγροτική παραγωγή αλλά και την κτηνοτροφία από τις καταιγίδες το πρόσφατο διάστημα.
Η απορρύθμιση που δημιούργησε η πανδημία της Covid -19 στην εφοδιαστική αλυσίδα αλλά και οι γεωπολιτικές αλλαγές που «γέννησε» ο πόλεμος στην Ουκρανία οδήγησαν επίσης σε εκτίναξη των τιμών σε ενέργεια και μια σειρά αγαθών που επηρεάζουν και τις τιμές των τροφίμων (λιπάσματα, αγροεφόδια, ζωοτροφές κ.λπ.) ενώ οι αλλαγές στο κλίμα με επιπτώσεις σε γεωργικές εκμεταλλεύσεις εξαιτίας καταστροφών από φυσικά φαινόμενα μειώνουν τις παραγωγές διεθνώς και επηρεάζουν επίσης τις τιμές.
Αν και η κατάσταση δείχνει να αποκλιμακώνεται σε ορισμένα είδη, η αποκλιμάκωση αυτή γίνεται με χαμηλούς ρυθμούς και σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ δεν αναμένεται εντός του 2023 οι τιμές σε είδη όπως τα σιτηρά, το κρέας, τα γαλακτοκομικά, η ζάχαρη να μειωθούν σε επίπεδα προ πανδημίας.
Την ίδια ώρα οι επιχειρήσεις υποστηρίζουν ότι όσο το λειτουργικό τους κόστος παραμένει υψηλό τα περιθώρια για μειώσεις των τιμών παραμένουν περιορισμένα. Σε πρόσφατες δηλώσεις τους εκπρόσωποι της βιομηχανίας τόνισαν ότι οι συνθήκες δεν ευνοούν την αποκλιμάκωση των τιμών, αν και θεωρούν ότι οι όποιες αυξήσεις θα έχουν χαμηλότερους ρυθμούς. Από την πλευρά τους οι εκπρόσωποι του λιανεμπορίου που είναι συνήθως αυτοί που δέχονται και τις μεγαλύτερες αντιδράσεις για τις τιμές στα ράφια λένε ότι κάθε άλλο παρά αυτοί διαμορφώνουν τις τιμές, επισημαίνοντας ότι αν και καλούνται να μειώσουν τις τιμές δεν είναι εκείνοι που έχουν τα μεγαλύτερα περιθώρια.
Φορολογία
Αυτό πάντως που δεν πρέπει να παραβλέπει κανείς αναφορικά με τις υψηλές τιμές στην Ελλάδα, κάτι που επισημαίνουν κυρίως οι άνθρωποι του λιανεμπορίου, είναι μια σειρά παραγόντων οι οποίοι έχουν σημαντική επίδραση στη διαμόρφωσή τους. Οι παράγοντες αυτοί αφορούν τους υψηλούς συντελεστές ΦΠΑ που είναι αρκετά υψηλότερα από άλλες χώρες της ΕΕ όπως και τους Ειδικούς Φόρους Κατανάλωσης, η απόσταση της χώρας από τα παραγωγικά κέντρα της Κεντρικής και Δυτικής Ευρώπης και τα αντίστοιχα κόστη, η αύξηση του κόστους ενέργειας και μεταφορών, το μικρό μέγεθος της αγοράς και αντίστοιχες οικονομίες κλίμακας στις προμήθειες των προϊόντων. Επίσης πρόβλημα στις τιμές δημιουργούν και ενδοομιλικές συναλλαγές εταιρειών, οι οποίες φουσκώνουν τις τιμές καθώς εισάγουν προϊόντα με τεχνητά υψηλό κόστος από θυγατρικές τους σε άλλες χώρες, το οποίο μετακυλίεται μέσω των υψηλών τιμών, στους καταναλωτές. Τέλος και το ακριβό χρήμα και η έλλειψη ρευστότητας ειδικά στον πρωτογενή τομέα και τις μικρές επιχειρήσεις της βιομηχανίας αποτελούν παράγοντες που επιβαρύνουν τις τιμές.
Σύγκριση τιμών και ΦΠΑ
Ειδικά για τον ΦΠΑ η μείωσή του αποτελεί και πάγιο αίτημα της αγοράς. Μάλιστα η επαναλαμβανόμενη μελέτη του Ινστιτούτου Ερευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών (ΙΕΛΚΑ) σύγκρισης τιμών, σε τυπικό καλάθι προϊόντων του νοικοκυριού στην Ελλάδα, τη Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία, την Ιταλία και την Πορτογαλία τον Σεπτέμβριο 2023, έδειξε ότι τρεις χώρες έχουν σημαντικά ακριβότερο μέσο καλάθι από την Ελλάδα (18% η Γαλλία, 11% το Ηνωμένο Βασίλειο, 12% η Ιταλία) ενώ η Ισπανία είναι στα ίδια επίπεδα με την Ελλάδα και η Πορτογαλία είναι φθηνότερη κατά 6% με την Ελλάδα. Αυτό είναι αποτέλεσμα της διαφοράς που έχει ο χαμηλός ΦΠΑ για τρόφιμα και ποτά ανά χώρα. Στην Ελλάδα αυτός ο ΦΠΑ είναι 13%. Ο ΦΠΑ είναι σημαντικά υψηλότερος από το Ηνωμένο Βασίλειο (0% ή 5%) και τη Γαλλία (10% και 5,5%), την Ισπανία (10% και 4%), την Πορτογαλία (13% και 6%), την Ιταλία (5% και 4%), αλλά και τις περισσότερες χώρες της ΕΕ.