Ωραία τα είπε χθες ο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης. Κάθε φορά που θα βγαίνει μια δικαστική απόφαση με δημοσιονομικό κόστος, δήλωσε ο Αδωνις Γεωργιάδης στην ΕΡΤ, να μπαίνει αυτομάτως ένας εφάπαξ φόρος, 500 ή 1.000 ευρώ, σε όλους τους πολίτες. Αλλιώς, πρόσθεσε, δεν μπορούμε να κάνουμε δημοσιονομική πολιτική.
Ο υπουργός αναφερόταν στην απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου ότι οι συντάξεις των δικαστικών πρέπει να επανέλθουν στα επίπεδα του 2012. Και ήθελε προφανώς να στείλει ένα μήνυμα στους δικαστές ότι κάτι τέτοιο θα οδηγούσε είτε στη χρεοκοπία της χώρας (αφού θα ζητούσαν στη συνέχεια ανάλογη «αποκατάσταση» πρώτα οι βουλευτές κι ύστερα όλα τα ειδικά μισθολόγια) είτε σε γενικό ξεσηκωμό (αφού οι πολίτες δεν θα δέχονταν μια προνομιακή μεταχείριση ορισμένων κατηγοριών και θα έβγαιναν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν). Γιατί πιστεύει όμως ότι τα ενδεχόμενα αυτά περνούν από το μυαλό των δικαστών;
Αν βέβαια χρεοκοπήσει η χώρα, οι δικαστικοί, όπως και όλοι οι υπόλοιποι, δεν θα πάρουν καθόλου συντάξεις. Θα διατηρήσουν όμως αλώβητο το κοινωνικό τους στάτους που, σύμφωνα με το Ελεγκτικό Συνέδριο, δεν πρέπει να πλήττεται από μια απότομη μείωση των συντάξεων. Surprise: υπάρχουν επαγγέλματα όπου αυτό ισχύει σε πολλαπλάσιο βαθμό. Οι γιατροί, για παράδειγμα, ασκούν ένα πιο κρίσιμο λειτούργημα από εκείνο των δικαστών και το κοινωνικό τους status έχει, ή θα έπρεπε να έχει, μεγαλύτερη βαρύτητα. Το ίδιο και οι εκπαιδευτικοί, από τους οποίους εξαρτάται το μέλλον των παιδιών μας.
Αλλά μάλλον ούτε τέτοιους προβληματισμούς έχουν οι δικαστές. Το ένα ζήτημα λοιπόν είναι αυτό που έθεσε ο υπουργός: ότι τα δικαστήρια δεν μπορούν να ασκούν δημοσιονομική πολιτική. Οταν το 2019 η Ολομέλεια του ΣτΕ, με πρόεδρο την Κατερίνα Σακελλαροπούλου, ανέτρεψε τόσο προηγούμενη απόφαση του Στ’ Τμήματος όσο και την άποψη της εισηγήτριας και έκρινε ότι οι περικοπές των δώρων και του επιδόματος θερινής αδείας των εν ενεργεία δημοσίων υπαλλήλων είναι συνταγματικές, δεν επέδειξε αναλγησία, αλλά αίσθημα ευθύνης. Ας πούμε ότι έδωσε ένα οδυνηρό, αλλά αναγκαίο μάθημα αντι-λαϊκισμού. Γι’ αυτό άλλωστε θυμήθηκαν χθες αυτή την ιστορία οι μάστορες του λαϊκισμού.
Ακόμη όμως κι αν αυτή η χώρα ήταν γεμάτη με λεφτόδεντρα, το Ελεγκτικό Συνέδριο και το κάθε δικαστήριο θα έπρεπε να διαθέτει τη στοιχειώδη ευαισθησία για να καταλάβει ότι οι καρποί τους δεν θα έπρεπε να αξιοποιηθούν κατά προτεραιότητα για την αύξηση των εισοδημάτων κάποιων προνομιούχων, αλλά για την ευημερία του κοινωνικού συνόλου.
Ολα αυτά βέβαια είναι θεωρητικά – όπως θεωρητικό είναι και το σχήμα που περιέγραψε ο υπουργός με την εφάπαξ φορολογία των πολιτών. Πρακτικά, το κράτος πρέπει να σέβεται τις δικαστικές αποφάσεις. Οσοι προσέφυγαν λοιπόν στη δικαιοσύνη θα παίρνουν στο εξής αυξημένες συντάξεις. Και θα χαμογελούν κρυφά επειδή μας την έφεραν.