Το θύμιζε πριν από μερικές μέρες η αμερικανική εφημερίδα «Wall Street Journal» σε ένα άρθρο που γράφτηκε πριν από την επίθεση της Χαμάς. «Πριν από ακριβώς πενήντα χρόνια από σήμερα», σημείωνε, «Αραβες μέλη του Οργανισμού Πετρελαιοεξαγωγικών Χωρών διέκοψαν τις πωλήσεις πετρελαίου στις ΗΠΑ ως αντίποινα για την αμερικανική υποστήριξη του Ισραήλ κατά τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1973. Η ενεργειακή κρίση που προέκυψε συγκλόνισε την οικονομία. Εμβληματικές εικόνες αυτοκινήτων στέισον βάγκον με ξύλινη επένδυση να βρίσκονται παρατεταγμένα για μίλια στην αντλία βενζίνης φυλάχτηκαν στην εθνική μας μνήμη. Ακόμη και το χριστουγεννιάτικο δέντρο του Λευκού Οίκου δεν γλίτωσε, που έμεινε χωρίς φωτισμό ως ένδειξη λιτότητας».
Παρά την απίστευτη σύμπτωση, για την αγορά πετρελαίου, η πρώτη αντίδραση όλων των αναλυτών είναι ότι το νέο σκηνικό του πολέμου στη Μέση Ανατολή δεν θα έχει τα χαρακτηριστικά του Οκτωβρίου του 1973. Τότε μέσα σε ένα δίμηνο, ως τον Δεκέμβριο του 1973, οι τιμές του πετρελαίου είχαν τριπλασιαστεί.
Η επίθεση στο Ισραήλ μπορεί να μην οδηγήσει σε αντίστοιχη έκρηξη των τιμών, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα αυξηθούν καθόλου, ιδιαίτερα εάν το Ισραήλ καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η Χαμάς ενήργησε σύμφωνα με τις οδηγίες της Τεχεράνης. Ακόμα περισσότερο βέβαια εάν επιτεθεί στο Ιράν.
Προφανώς κανείς δεν αποκλείει, από σήμερα κιόλας, τα 85 δολάρια το βαρέλι των τελευταίων ημερών να γίνουν 100 δολάρια και ίσως και παραπάνω. Αρα μια πρώτη επίπτωση οικονομική θα έρθει σε μια περίοδο που οι δυτικές οικονομίες παλεύουν ακόμα να απαλλαγούν από τον αυξημένο πληθωρισμό και ως εκ τούτου να μάθουν να ζουν με τα αυξημένα επιτόκια που αποφάσισαν οι κεντρικές τράπεζες για να τον αντιμετωπίσουν. Νέο «καύσιμο» στον πληθωρισμό σημαίνει ακόμα σκληρότερες λύσεις στο μέτωπο των επιτοκίων και σχεδόν αδύνατη αποφυγή της ύφεσης ή της στασιμότητας για τις περισσότερες οικονομίες.
Σημειωτέον ότι το διεθνές κλίμα για πάνω από μία εβδομάδα ήταν ήδη βαρύ, με τα χρηματιστήρια να υποχωρούν και το κόστος δανεισμού για τις περισσότερες χώρες στις αγορές ομολόγων να γίνεται σχεδόν απαγορευτικό. Αυτό το εμβληματικό επιτόκιο 5% που καταγράφηκε για τα 30ετή αμερικανικά ομόλογα δείχνει να στοιχειώνει τις διεθνείς αγορές, δημιουργώντας αμφιβολία πάνω από κάθε επένδυση και επαναφέροντας το κλίμα που υπήρχε πριν από την τελευταία χρηματοοικονομική κρίση του 2007-2008.
Σε αυτό το περιβάλλον, το να πιστεύουμε ότι η ελληνική οικονομία θα συνεχίσει αμέριμνη είναι μάλλον ουτοπικό. Προφανώς θα υπάρξουν αναταράξεις. Θα προκληθούν ζημιές που ακόμα και σήμερα είναι δύσκολο να προβλεφθούν. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η Ελλάδα έχει αναπτύξει σημαντικές συνεργασίες τόσο με το Ισραήλ όσο και με αραβικές χώρες. Κάποιες προφανώς απειλούνται, άλλες εκ των πραγμάτων δεν θα μπορέσουν να υλοποιηθούν. Οι επιπτώσεις στο Ενεργειακό δεν θα αφορούν μόνο το πετρέλαιο, αλλά μπορεί να προκαλέσουν αναταράξεις ή πισωγυρίσματα στα ενεργειακά κοιτάσματα στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, στους αγωγούς και στις διασυνδέσεις, στα οποία η Ελλάδα έδειχνε να βρίσκεται στην κορυφή των πρωτοβουλιών. Το θέμα είναι ότι πριν καν χωνέψουμε και συνηθίσουμε τις επιπτώσεις που προκάλεσε ο προηγούμενος πόλεμος στην Ουκρανία θα πρέπει να μάθουμε να ζούμε και να προσαρμοστούμε στις επιπτώσεις ενός νέου πολέμου στην περιοχή μας.