Αν το ερώτημα που έπρεπε να απαντήσουν αυτές οι αυτοδιοικητικές κάλπες είναι πώς επηρεάστηκαν οι πολιτικές ισορροπίες μετά τα γεγονότα του καλοκαιριού και των αρχών του φθινοπώρου, τα οποία φάνηκε να μουτζουρώνουν προφίλ της διαχειριστικής επάρκειας της κυβέρνησης – αλλά και μετά την αλλαγή ηγεσίας στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης –, τότε τα χρώματα που κυριαρχούν στον εκλογικό χάρτη, το μπλε και το λευκό, δίνουν μια αρκετά καθαρή απόκριση: το πολιτικό σκηνικό παραμένει αμετάβλητο.
Νεοδημοκράτες, κυβερνητικοί και μη, επισημαίνουν ότι τα ποσοστά που έγραψαν ορισμένοι από τους υποψηφίους τους οποίους το κυβερνών κόμμα στήριξε είναι μεγαλύτερα από εκείνα που συγκέντρωσε η ΝΔ στις συγκεκριμένες περιοχές στην πρόσφατη διπλή εθνική αναμέτρηση.
Η Αττική, την οποία κέρδισε από την πρώτη Κυριακή ο Νίκος Χαρδαλιάς, είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Σε έξι συνολικά Περιφέρειες ο νεοδημοκράτης υποψήφιος εξελέγη από χθες – μαζί με τον Σταύρο Αρναουτάκη στην Κρήτη ο αριθμός φτάνει τις 7.
Νέα βουτιά του ΣΥΡΙΖΑ
Στην απέναντι όχθη, η εικόνα δεν παραμένει απλά εξίσου κακή με του Ιουνίου – όταν ο ΣΥΡΙΖΑ υπέστη μια συντριπτική ήττα. Εχει γίνει χειρότερη. Τότε, το κόμμα πήρε 17,83%, ενώ τώρα οι υποψήφιοί του πήραν 16,32% στην Αττική, 6,29% στην Ανατολική Μακεδονία – Θράκη, 7,03% στην Κεντρική Μακεδονία, 11,81% στην Ηπειρο, 11,74% στη Δυτική Ελλάδα, 7,57% στην Πελοπόννησο, 10,75% στο Νότιο Αιγαίο και 11,33% στην Κρήτη. Στις δύο Περιφέρειες που ξεπέρασαν την εθνική του επίδοση, τη Δυτικής Μακεδονίας και τη Θεσσαλίας, είχαν και τη στήριξη του ΠΑΣΟΚ – άρα, άντλησαν ψήφους και από την κεντροαριστερή δεξαμενή ψηφοφόρων.
Εκλογολόγοι με πείρα, ανατρέχοντας στα αρχεία τους, επισημαίνουν ότι οι επιδόσεις όσων έλαβαν συριζαϊκό χρίσμα ήταν χθες τόσο άσχημες, ώστε να μην υπάρχει προηγούμενο ενός ανάλογου αρνητικού αποτελέσματος σε κάλπες τοπικής αυτοδιοίκησης στα μεταπολιτευτικά χρονικά για μια αξιωματική αντιπολίτευση. Είναι ενδεικτικό ότι μόνο σε μία Περιφέρεια, τη Θεσσαλία, ο Δημήτρης Κουρέτας που είχε υποστήριξη και από τον ΣΥΡΙΖΑ κατόρθωσε να πιάσει ένα ποσοστό το οποίο καθιστά ανοιχτή τη μάχη του δεύτερου γύρου.
Κατά την αριστερή ανάλυση, ένας από τους λόγους που οι πολίτες δεν άκουσαν τις προτροπές των συριζαίων και δεν εκμεταλλεύτηκαν τις χθεσινές κάλπες προκειμένου να στείλουν ένα προειδοποιητικό μήνυμα στους κυβερνώντες είναι πως οι προοδευτικές δυνάμεις εμφανίστηκαν διασπασμένες – το ΠΑΣΟΚ δεν δέχθηκε να κατεβάσει κοινούς υποψηφίους με τον ΣΥΡΙΖΑ, για να το πούμε ωμά. Η επιλογή της Χαριλάου Τρικούπη αποδείχθηκε σωστή με πασοκικούς όρους. Στην αναμέτρηση μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, το πρώτο – κερδίζοντας τη δεύτερη θέση σε τρεις Περιφέρειες (Κεντρικής Μακεδονίας, Δυτικής Ελλάδας και Νοτίου Αιγαίου) και δύο μεγάλους δήμους (Αθήνας και Θεσσαλονίκης) καθώς και πολλαπλάσιους δήμους από το 2019, συν φυσικά την πρωτιά στον Πειραιά – εμφανίζεται σε καλύτερη θέση από τον δεύτερο.
Ωστόσο, πολιτικοί αναλυτές λένε ότι το άθροισμα των ποσοστών των υποψηφίων που στήριξαν ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ – αλλά όχι από κοινού – σε δήμους και Περιφέρειες στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έφτασε καν κοντά στο ποσοστό του γαλάζιου αντιπάλου τους. Εξού και δεν είναι λίγοι όσοι υποστηρίζουν ότι χθες επιβεβαιώθηκε η εκτίμηση πως η χώρα δεν έχει αντιπολίτευση – μια και οι ψηφοφόροι δεν έδειξαν να θεωρούν προς το παρόν αξιόπιστη εναλλακτική στην κυβέρνηση είτε τον ΣΥΡΙΖΑ είτε το ΠΑΣΟΚ. Μοναδική εξαίρεση στο μοτίβο, ο Δήμος Θεσσαλονίκης. Εκεί τα ποσοστά Ζέρβα, Αγγελούδη και Πέγκα απείχαν ελάχιστα το ένα από το άλλο και η μάχη της δεύτερης Κυριακής – μεταξύ Ζέρβα και Αγγελούδη – θα είναι το μοναδικό ντέρμπι σε μεγάλο δήμο.
Η μεγάλη έκπληξη
Μια από τις εκπλήξεις της χθεσινής βραδιάς ήταν το ΚΚΕ. Ο Περισσός απείλησε την Κουμουνδούρου σε μεγάλους δήμους και Περιφέρειες, αφήνοντάς τη μάλιστα πίσω σε κάποιες Περιφέρειες. Παράλληλα, παρατηρήθηκε και μια συντεταγμένη μετακίνηση ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ προς το ΚΚΕ.
Στην πλειονότητα των Περιφερειών όπου θα γίνει επαναληπτικός γύρος, θα βρεθούν απέναντι ο επίσημος νεοδημοκράτης υποψήφιος με έναν γαλάζιο αντάρτη. Αυτό στην ανάγνωση κάποιων επιβεβαιώνει επίσης την πολιτική κυριαρχία του χώρου της Κεντροδεξιάς. Και όχι μόνο. Υπογραμμίζει ταυτόχρονα την αδυναμία της αντιπολίτευσης, μείζονος και ελάσσονος, να διεκδικήσει με αξιώσεις τον ρόλο της εναλλακτικής.
Βέβαια, όποιος έχει μελετήσει τα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων του τελευταίου χρονικού διαστήματος έχει παρατηρήσει ότι η κυβέρνηση «τρώει εκεί ξύλο», όπως το θέτει γλαφυρά έμπειρος δημοσκόπος. Υπάρχει, σύμφωνα με την κομψή διατύπωση, δυσαρέσκεια με τους χειρισμούς της. Αυτή, λοιπόν, ενδέχεται να κρύβεται στα μεγάλα για αυτοδιοικητικές εκλογές ποσοστά της αποχής – η οποία ξεπέρασε το 50%. Η συμμετοχή κυμάνθηκε κοντά στο 49,34%, όταν στις τελευταίες εθνικές έφτασε το 53,74%, ενώ στον πρώτο γύρο των περιφερειακών του 2019 ήταν 58,43% και σε εκείνον των δημοτικών 59,02%. Τα τελικά – και ασφαλέστερα – πολιτικά συμπεράσματα θα βγουν την επόμενη Κυριακή.