Στη συζήτηση για την τεχνητή νοημοσύνη κυριαρχούν τα ερωτήματα που αφορούν τους κινδύνους από την ανεξέλεγκτη ανάπτυξή της, μέσα από τον φόβο ότι μια χωρίς όρια λειτουργία συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης θα μπορούσε να αποτελέσει ακόμη και απειλή για την ανθρωπότητα. Αντίστοιχα, η συζήτηση για τις επιπτώσεις σε διάφορες πλευρές της κοινωνικής ζωής περιορίζεται σε ζητήματα όπως η υποκατάσταση αναγκαίων μαθησιακών πρακτικών (μέσα από το άγχος ότι οι φοιτήτριες και οι φοιτητές τελικά δεν θα γράφουν οι ίδιοι τις εργασίες τους) ή η ενδεχόμενη απώλεια πλήθους θέσεων εργασίας (ξεκινώντας μάλιστα από όσες αφορούν την ενημέρωση).
Ομως, ενώ κοιτάμε τόσο συστηματικά πώς μπορεί η τεχνητή νοημοσύνη να υποκαταστήσει ανθρώπινες πρακτικές, όπως η αναζήτηση της γνώσης ή η συγγραφή, δεν δίνουμε την ίδια έμφαση στο πώς προκύπτει αυτό που περιγράφουμε ως τεχνητή νοημοσύνη, και πιο συνολικά τα αυτοματοποιημένα συστήματα, μέσα από τις ανθρώπινες πρακτικές και ειδικά την ανθρώπινη εργασία. Αυτό το κενό προσπαθεί να καλύψει το βιβλίο του Ματέο Πασκουινέλι «The Eye of the Master. A Social History of Artificial Intelligence», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Verso.
Ο Πασκουινέλι ξαναπιάνει ένα νήμα που έρχεται από την παράδοση του ιταλικού εργατισμού, και ειδικά τις πρωτοποριακές έρευνες του Ρομάνο Αλκουάτι. Σύμφωνα με αυτό το νήμα, τα μηχανικά συστήματα, συμπεριλαμβανομένων των αυτοματισμών και των αυτοματοποιημένων συστημάτων, «απαλλοτριώνουν» τη γνώση και την εμπειρία που διαρκώς παράγεται από τη ζωντανή εργασία μέσα στη διαδικασία της καπιταλιστικής παραγωγής. Ουσιαστικά, ένα τεχνικό σύστημα, μια μηχανοποιημένη παραγωγική διαδικασία ή ένας αυτοματισμός κωδικοποιούν τις ανθρώπινες εργασιακές πρακτικές, την εμπειρία, τη γνώση και την επινοητικότητα που σωρεύεται εκεί.
Η γενική διάνοια
Γι’ αυτόν τον λόγο ο Πασκουινέλι επιστρέφει στο «Απόσπασμα για τις μηχανές» από τα Grundrisse του Μαρξ, ένα κείμενο που ο εργατισμός μελέτησε ιδιαίτερα. Εκεί ο Μαρξ επιμένει ότι μέσα στην καπιταλιστική εργασιακή διαδικασία διαμορφώνεται αυτό που ονομάζει General Intellect, η γενική διάνοια, αναφερόμενος στο πώς η συλλογική εργασία δεν παράγει μόνο – ως αφηρημένη εργασία – ανταλλακτικές αξίες αλλά και μια ιδιαίτερη συνολική διανοητικότητα, που είναι ένα επίδικο του ταξικού ανταγωνισμού.
Ομως, ο Πασκουινέλι δεν ενδιαφέρεται να επικαιροποιήσει απλώς τις κλασικές θέσεις του εργατισμού και συνολικότερα της κριτικής μαρξιστικής προσέγγισης για την εργασιακή διαδικασία ως πεδίο κοινωνικών σχέσεων παραγωγής και όχι απλώς τεχνικών λύσεων. Συνάμα προσπαθεί να αναδείξει πώς οι κοινωνικές σχέσεις εντός της καπιταλιστικής παραγωγής ήταν ένας καθοριστικός παράγοντας μέσα στη συνολική πορεία με την οποία φτάσαμε στην τεχνητή νοημοσύνη.
Ξεκινάει έτσι με μια «αρχαιολογία του αλγόριθμου» για να δείξει πώς τα μαθηματικά συνδέονται με υλικές κοινωνικές πρακτικές και πώς η εμφάνιση της έννοιας του αλγόριθμου και η διαμόρφωση της σημερινής της σημασίας περιλαμβάνουν την ιστορική πορεία από τη μεσαιωνική ανάπτυξη του εμπορίου μέχρι τη σύγχρονη κοινωνία της πληροφορίας. Θυμίζει, στη συνέχεια, πώς ο Τσαρλς Μπάμπατζ, ο βρετανός μαθηματικός, φιλόσοφος και εφευρέτης, δεν ήταν μόνο αυτός που σχεδίασε την πρώτη υπολογιστική μηχανή, αλλά και κάποιος που είχε ένα μεγάλο ενδιαφέρον για την έννοια και τις μορφές του καταμερισμού εργασίας και ουσιαστικά επεδίωξε μια μηχανοποίηση της διανοητικής εργασίας. Αυτό τον οδηγεί στη μεγάλη συζήτηση των οικονομολόγων, από τον Ρικάρντο και μετά, για το ζήτημα των μηχανών και του τρόπου που ουσιαστικά στη βιομηχανική εποχή η γνώση και η διανοητικότητα αποτέλεσαν την κρυφή συναλλαγή ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία, σε μια διαδικασία που σήμαινε την πρωταρχική συσσώρευση τεχνητής νοημοσύνης και την παράλληλη αποστέρηση της εργασίας από τη γνώση που η ίδια παρήγε. Είναι αυτή η ανάλυση που τον οδηγεί να συζητήσει αναλυτικά και τη μαρξική έννοια του General Intellect αλλά και να υποστηρίξει ότι η έννοια της αφηρημένης εργασίας αφορά και τις γνωσιακές πλευρές της εργασιακής διαδικασίας.
Αυτοοργάνωση
Σε αυτό το φόντο ο Πασκουινέλι επιστρέφει και στην έννοια της «αυτοοργάνωσης», που εδώ και δεκαετίες έχει κυριαρχήσει τόσο στην περιγραφή φυσικών και βιολογικών διεργασιών, ως συστημάτων που αυτοοργανώνονται, έως τη σημασία της αυτοοργάνωσης στην κυβερνητική αλλά και στα πληροφοριακά και αυτοματοποιημένα δίκτυα, που αποτελούν τη βάση της τεχνητής νοημοσύνης. Μελετώντας παράλληλα την εξέλιξη των συστημάτων οπτικής αναγνώρισης, των νευρωνικών δικτύων, αλλά και τοποθετήσεις του Φρίντριχ Χάγεκ και συνολικά την οπτική της αγοράς ως ενός αποκεντρωμένου και αυτοοργανωμένου συστήματος αλλά και ως προτύπου για τα νευρωνικά δίκτυα, ο Πασκουινέλι υπογραμμίζει τις πολιτικές και κοινωνικές γενεαλογίες εννοιών που τείνουμε να θεωρούμε ως απλώς τεχνικές ή επιστημονικές.
Η μηχανική μάθηση
Στη βάση των παραπάνω, η μηχανική μάθηση (machine learning), που αποτελεί τη βάση των σύγχρονων συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης, αποτελεί για τον Πασκουινέλι ένα είδος αλγοριθμικής μοντελοποίησης της συλλογικής γνώσης, έναν «κοινωνικό λογισμό» που αποσκοπεί στο να κωδικοποιήσει ατομικές συμπεριφορές, τη ζωή της κοινότητας και την πολιτιστική κληρονομιά, διαμορφώνοντας ένα είδος μονοπωλιακής «εξόρυξης» γνώσης που οδηγεί τελικά και σε μια συγκέντρωση εξουσίας ως γνώσης.
Μια νέα επινοητικότητα
Ο Πασκουινέλι δεν υιοθετεί μια γενικευτικά αρνητική τοποθέτηση απέναντι στην τεχνητή νοημοσύνη. Αντιθέτως, επιμένει ότι η απάντηση πρέπει να είναι μια «κουλτούρα της επινόησης», μια χειραφέτηση και αποαποικιοποίηση και έναν βαθύ μετασχηματισμό των κοινωνικών σχέσεων γύρω από την ανθρώπινη εργασία. Παράγοντας όχι μόνο τεχνική αλλά και πολιτική γνώση στον ορίζοντα όχι απλώς νέων τεχνολογιών, αλλά τελικά νέων μορφών οργάνωσης της κοινωνίας.