Λέγεται ότι στις 13 Απριλίου 1655 ο τότε βασιλιάς της Γαλλίας και της Ναβάρρας Λουδοβίκος ΙΔ’, γνωστός και ως «Βασιλεύς Ηλιος», είπε ενώπιον των βουλευτών του Παρισιού «L’État, c’est moi», δηλαδή «εγώ είμαι το κράτος», όταν διαπίστωσε ότι το Κοινοβούλιο αμφισβητούσε τα βασιλικά διατάγματα, τα οποία εκδόθηκαν στο φως της δικαιοσύνης στις 20 Μαρτίου 1655. Η φράση αυτή έκτοτε συμβολίζει την απόλυτη μοναρχία και τον απολυταρχισμό.
Σήμερα, ύστερα από περίπου 370 χρόνια, στην Ελλάδα της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας δεν «λέγεται» ότι είπαν, αλλά είπαν το ίδιο περίπου δύο «φιλελεύθεροι» μάλιστα υπουργοί, μολονότι όλοι οι έλληνες φοιτητές διδάσκονται στα ελληνικά πανεπιστήμια ότι η διάκριση των εξουσιών, η οποία αναφέρεται στην Ιλιάδα του Ομήρου και την οποία εισήγαγαν κυρίως ο Αριστοτέλης και ο Πλάτων, ο Δημοσθένης κι άλλοι, είναι θεμελιώδης αρχή της Δημοκρατίας και του Κράτους Δικαίου. Αυτή την αρχή, την οποία «κατέκλεψε» από τον Αριστοτέλη, συστηματοποίησε το 1748 ο φιλόσοφος του Διαφωτισμού Μοντεσκιέ.
Ο ένας, λοιπόν, ο υπουργός Εργασίας Αδωνις Γεωργιάδης, «εξήγγειλε» ότι «εγώ αναδρομικά δεν δίνω σε κανέναν». Ο έτερος, ο υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης, ζηλώσας την παραπάνω «εξαγγελία» του συναδέλφου του, έσπευσε να πει περίπου τα ίδια.
Οι υπουργικές αυτές εξαγγελίες κορυφώθηκαν με άλλα τάχα «φιλολαϊκά» και πολλά αντιφατικά. Ο πρώτος είπε τη γνωστή απάντηση του Μένιππου στον Χάροντα (Λουκιανού, «Νεκρικοί Διάλογοι», 2.1), αλλά λανθασμένα, δηλαδή «ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος» (αντί του ορθού «Οὐκ ἂν λάβοις παρὰ τοῦ μὴ ἔχοντος»), ενώ «απείλησε» ότι «θα προτείνει στην αναθεώρηση του Συντάγματος να συμπεριληφθεί διάταξη που θα προβλέπει όταν υπάρχει δικαστική απόφαση με δημοσιονομικό κόστος να επιβάλλεται στους πολίτες… έκτακτος φόρος….». Και το κερασάκι: «Εμένα μου αρέσει το κράτος να είναι σοβαρό» και ότι «ένα σοβαρό κράτος τις δικαστικές αποφάσεις τις σέβεται και τις εφαρμόζει», κάνοντας σκόνη την κατά Καντ Λογική του Καθαρού Λόγου που έχει ως εξής: «Ενα κράτος είναι σοβαρό όταν σέβεται και εφαρμόζει δικαστικές αποφάσεις. Το ελληνικό κράτος δεν τις σέβεται και δεν τις εφαρμόζει. Αρα δεν είναι σοβαρό, θα έλεγε ο Καντ».
Ο δεύτερος είπε, παρ’ όλα αυτά, ότι «η κυβέρνηση σέβεται τη Δικαιοσύνη, σέβεται όμως και τις θυσίες των ελλήνων πολιτών την περασμένη δεκαετία…», τονίζοντας μάλιστα ότι «η κυβέρνηση θα αναλάβει χωρίς καθυστέρηση σχετική νομοθετική πρωτοβουλία, που όμως ως βασικό της άξονα θα έχει την προστασία του ασφαλιστικού συστήματος από νέα ελλείμματα, των οποίων θύματα θα ήταν τελικά οι φορολογούμενοι και οι υπόλοιποι συνταξιούχοι». Δηλαδή, με νομοθετική ρύθμιση, που θα κατισχύσει του… Συντάγματος και θα επιβάλει… χαράτσι, θα προστατευθούν τάχα η δημοσιονομική σταθερότητα, το ασφαλιστικό σύστημα, οι φορολογούμενοι και οι υπόλοιποι συνταξιούχοι, όταν κάνουν συνεχώς τα αντίθετα! Αναφέρω μόνο δύο «φρέσκα» παραδείγματα της ντροπής:
Πρώτον, ασμένως ψήφισαν νόμο με τον οποίο μειώθηκε ο χρόνος παραγραφής οφειλών στον ΕΦΚΑ από 20 σε 10 χρόνια, με αποτέλεσμα να διευρύνονται τα ελλείμματα από δύο μεριές: και από την απώλεια εσόδων από εισφορές και από τη δαπάνη για τη χορήγηση συντάξεων σε 350.000 μη δικαιούχους.
Δεύτερον, ασμένως ψήφισαν νόμο με τον οποίο αίρεται το αξιόποινο των αιρετών της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, φορτώνοντας στις πλάτες των συνεπών φορολογουμένων πρόσθετα ποσά εκατοντάδων εκατ. ευρώ.
Υστερα, οι δύο υπουργοί αναφέρθηκαν στις θυσίες των Ελλήνων κατά την περασμένη δεκαετία, κάνοντας πως ξεχνούν ότι τα αναδρομικά δεν είναι παροχές ή επιχορηγήσεις ή επιδοτήσεις ή «κοινωνικά επιδόματα». Είναι επιστροφή «προϊόντων ληστείας, υπεξαίρεσης και λεηλασίας» των συντάξεων από το κράτος, τις οποίες η Δικαστική Εξουσία, στην οποία ανήκουν και το Ελεγκτικό Συνέδριο και ο Αρειος Πάγος και το Συμβούλιο της Επικρατείας, έκρινε αντισυνταγματικές.
Ομολογώ ότι δεν με ανησύχησαν τόσο οι «απολυταρχικές» εξαγγελίες των δύο υπουργών όσο η σιωπή των υπόλοιπων «προοδευτικών και δημοκρατικών δυνάμεων», οι οποίες επικαλούνται τη Δημοκρατία και το Σύνταγμα όταν τους αρέσει και όχι την προειδοποίηση του Σωκράτη πριν από 2.500 χρόνια στον Κρίτωνα, δίνοντας το παράδειγμα με τον θάνατό του: «φαντάζεσθε πως είναι δυνατόν να στέκεται όρθια και να μην έχει αναποδογυριστεί εκείνη η Πολιτεία, όπου οι αποφάσεις των δικαστηρίων δεν ισχύουν καθόλου, αλλά ακυρώνονται και καταργούνται από οποιονδήποτε;».