Τον τελευταίο καιρό έχει πέσει στην αντίληψή μου ότι μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας έχει μείνει συγκλονισμένο από την αρνητικά τοποθετούμενη επιλογή λέξεων και εκφράσεων που προσδιορίζουν σεξουαλική «ταυτότητα» αλλά και από την ευκολία με την οποία αυτές οι λέξεις και εκφράσεις χρησιμοποιούνται δημοσίως. Κάποτε η χρήση εκφράσεων που προσδιορίζουν με ακραίο τρόπο τη σεξουαλικότητα ενός μέρους του κοινωνικού συνόλου θεωρούνταν αδιανόητη, πόσω μάλλον από επώνυμα πρόσωπα που σχετίζονται με τον δημόσιο βίο. Πρόσωπα που μέσω της θέσης τους υποτίθεται ότι δίνουν το παράδειγμα στους πολίτες.
Σήμερα όμως όχι. Τουναντίον. Φαίνεται ότι η χρήση τέτοιων λέξεων και εκφράσεων μπορεί και να ανεβάσει ακόμα τη δημοτικότητα όσων τις χρησιμοποιούν και – το χειρότερο – πυροδοτεί μίσος. Εν μέσω της πρόσφατης πολιτικής κυρίως επικαιρότητας, τον τελευταίο καιρό ένα μέρος της ελληνικής κοινωνίας φάνηκε να διχοτομείται. Στις τελευταίες αντιπαραθέσεις διαβάζουμε ή ακούμε «εγώ είμαι με τους τάδε» ή «εγώ είμαι με τους δείνα» και το αντικείμενο έχει πάντα σχέση με τον σεξουαλικό προσανατολισμό των δύο «αντίθετων ομάδων».
Από πού και ως πού όμως οι σεξουαλικές προτιμήσεις του καθενός μπορούν να αποτελούν βαρόμετρο του να «βρίσκεται» ή να «είναι» ένας άνθρωπος με έναν άλλο άνθρωπο; Κανονικά, σήμερα, στο 2023, ένα τέτοιο ερώτημα δεν θα έπρεπε όχι να μας απασχολεί, αλλά ούτε καν να περνά από το μυαλό μας. Αρκεί να δούμε λίγο τι συμβαίνει στον υπόλοιπο κόσμο γύρω μας. Να όμως που συμβαίνει. Βεβαίως, τα ρήματα «βρίσκεται» ή «είναι» εκ πρώτης ίσως να χρήζουν διευκρίνισης: δεν αφορούν μόνο θέματα συντροφικών σχέσεων. Αναφέρομαι, απλώς, σε αυτό που στην ουσία τα ρήματα λένε από μόνα τους. Να βρίσκεται / είναι ένας άνθρωπος με έναν άλλον άνθρωπο. Να κάνουν παρέα. Να συνομιλούν. Να βλέπουν μαζί μια ταινία. Να τρώνε μαζί σε ένα εστιατόριο. Αλλά να μην έχουν τις ίδιες σεξουαλικές προτιμήσεις. Είναι στ’ αλήθεια τόσο ανέφικτο; Τόσο αδιανόητο; Πρέπει να πάρει τόσο πια δραματικές διαστάσεις άπαξ και συμβεί;
Συζητώντας το θέμα με διαφόρους άκουσα ενδιαφέρουσες απόψεις και καταθέτω κάποιες που βρήκα πολύ δημοκρατικές. «Είναι άλλο πράγμα η αποδοχή του διαφορετικού από αυτό που είναι ο καθένας μας μέσα του και άλλο η σύναψη σχέσης» μου είπε η φίλη Σμαράγδα Μενδρινού. Πράγματι. Προσωπικά, ως ετεροφυλόφιλος, δεν έχω κανένα πρόβλημα να σχετίζομαι με άτομα διαφορετικού σεξουαλικού προσανατολισμού από τον δικό μου· για την ακρίβεια, δεν δίνω καμία σημασία, διότι ούτως ή άλλως μου αρέσει να «διαβάζω» πώς οι άλλοι άνθρωποι, ανεξαρτήτως φύλου ή σεξουαλικών προτιμήσεων, αντιλαμβάνονται τη ζωή. Αυτό εξάλλου δεν σημαίνει δημοκρατία;
Αλλά όπως, ελπίζω, πολλοί, έτσι κι εγώ αντιστέκομαι όποτε βλέπω κραυγαλέα προβολή του «εγώ» του καθενός, με γνώμονα το φύλο ή τη σεξουαλική ταυτότητά του. Γιατί εκεί προέχουν ο φανατισμός και ο δογματισμός, έννοιες τις οποίες κάθε αληθινός δημοκράτης απεχθάνεται. Η παραπάνω φίλη πολύ σωστά είπε ότι «η σεξουαλική προτίμηση δεν μπορεί να αποτελεί μοναδικό κριτήριο επιλογής φίλου/ συντρόφου. Τουναντίον. Οι σχέσεις, γενικά, είναι δύσκολες και πρέπει πρωτίστως να βασίζονται στον σεβασμό, την αλληλοεκτίμηση και την πνευματική ταύτιση».
Γνωρίζω πολύ καλά ότι ακόμα και σήμερα, στο 2023, οι διαχωριστικές γραμμές σε αυτά τα θέματα δεν είναι και τόσο ξεκάθαρες. Και θα ήμουν αφελής αν παράβλεπα ότι τα στερεότυπα δύσκολα ξεπερνιούνται (και όχι μόνο στη δική μας χώρα). Ισως λοιπόν η άποψη ότι αυτό που χρειάζεται να καλλιεργήσει περισσότερο πολύς κόσμος είναι η βαθιά ενσυναίσθηση, η εσωτερική δουλειά μέσα μας ώστε να αρθούν σιγά σιγά αυτές οι αγκυλώσεις, να είναι σωστή. Αλλά αυτό θέλει πολλή δουλειά με τον εαυτό μας, δεν είναι παίξε γέλασε, και θέλει επίσης ανοιχτό μυαλό. Και φυσικά, για να μην τα ξαναλέμε, σε ό,τι αφορά τη διαμόρφωση ενός χαρακτήρα στις μικρές ηλικίες, το άλφα και το ωμέγα είναι το σπίτι και το σχολείο.
Οσο για τη χυδαιότητα, εκεί δεν μπορεί παρά να σηκώσει κανείς τα χέρια ψηλά.΄Η είναι κανείς χυδαίος ή δεν είναι. Στους ενηλίκους, δυστυχώς, η «θεραπεία» μοιάζει ανέφικτη γιατί οι βάσεις της παιδείας και της ψυχικής καλλιέργειας, αν ποτέ μπήκαν, μπήκαν λανθασμένα.