Ο Πολ Κρούγκμαν, ο βραβευμένος με Νομπέλ οικονομολόγος, προειδοποίησε πριν από μία δεκαετία να μη σκεφτόμαστε τα δημοσιονομικά ελλείμματα με όρους ομολόγων. Οπως είπε, οι πολιτικοί – κυρίως, αν και όχι αποκλειστικά, της Δεξιάς – υποστήριξαν ότι εάν οι κυβερνήσεις δεν μειώσουν τα ελλείμματά τους, οι αγορές ομολόγων θα τους ασκούσαν πίεση αυξάνοντας τα επιτόκια. Αλλά αν τα έκοβαν, τότε η αποκαλούμενη «νεράιδα της εμπιστοσύνης» θα έφερνε μαγικά τόσες ιδιωτικές δαπάνες που αυτό θα αντιστάθμιζε την απώλεια που προκλήθηκε από τις περικοπές του προϋπολογισμού. Αυτή η μυθοπλασία ακούστηκε σε όλη την ΕΕ, τη Βρετανία και τις ΗΠΑ.

Ο καθηγητής Κρούγκμαν είχε δίκιο. Η λιτότητα δεν προκάλεσε οικονομική ανάπτυξη. Η νεράιδα δεν υπάρχει. Ωστόσο η πολιτική ρητορική δεν έχει φύγει. Κάθε μεγάλο πολιτικό κόμμα του Ηνωμένου Βασιλείου θέλει περισσότερη οικονομική ανάπτυξη και το μήνυμα είναι ότι η ανάπτυξη της οικονομίας σημαίνει μείωση του ελλείμματος. Είναι επικίνδυνη αυταπάτη να πιστεύουμε ότι οι οικονομίες μπορούν με περικοπές να βρουν τον δρόμο τους προς την ανάπτυξη.

Τα υψηλότερα επιτόκια έχουν επίσης αναζωπυρώσει παλιούς φόβους για το δημόσιο χρέος των δυτικών εθνών και την ιδέα ότι καθορίζονται αποκλειστικά από τις «δυνάμεις της αγοράς».

Ο βρετανός υπουργός Οικονομικών Τζέρεμι Χαντ είπε ότι υπάρχουν «δύσκολες αποφάσεις» για τα δημόσια οικονομικά. Οι κεντρικές τράπεζες όμως δεν θα αφήσουν τις κυβερνήσεις να χρεοκοπήσουν στο δικό τους νόμισμα.

Μέχρι το 1984, η μεταπολεμική συναίνεση ήταν ότι η οικονομική ανάπτυξη εξασφαλιζόταν μέσω της δημοσιονομικής τόνωσης ενός διευρυμένου δημοσιονομικού ελλείμματος και της πολιτικής ελέγχου των επιτοκίων, ενώ η ρύθμιση και οι έλεγχοι των τιμών διατήρησαν τον πληθωρισμό υπό έλεγχο. Ο προκάτοχος του Τζέρεμι Χαντ, ο Νάιτζελ Λόουσον, υποστήριξε ότι θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίστροφο: η ανάπτυξη θα επιτευχθεί με την κατάργηση των κυβερνητικών κανονισμών και ο πληθωρισμός θα μειωθεί με τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και τις επιθετικές αυξήσεις επιτοκίων.

Η οικονομία είναι μια θρησκεία όπου η ρητορική πείθει τους ψηφοφόρους να πιστεύουν ότι οι κακές πολιτικές μπορούν να έχουν καλά αποτελέσματα. Ολα αυτά κατέρρευσαν το 2008 με τις κυβερνήσεις να ρίχνουν τρισεκατομμύρια στην παγκόσμια οικονομία για να τη σώσουν. Είναι μια νέα κρίση – αυτή που περιστρέφεται γύρω από τον πληθωρισμό – που έκανε ένα κοινό το οποίο είχε εγκαταλείψει την παλιά θεωρία να βρει παρηγοριά σε αυτή για άλλη μια φορά. Εάν η Ιστορία αποτελεί οδηγό, αυτή η πίστη δεν θα διαρκέσει πολύ.