Υπάρχουν βιβλία με τίτλους υπαινικτικούς, κι άλλα με τίτλους που συνοψίζουν ξεκάθαρα το περιεχόμενό τους. Σε αυτή τη δεύτερη κατηγορία ανήκει αναμφισβήτητα το βιβλίο της γνωστής αρθρογράφου της εφημερίδας «Le Monde» Σιλβί Κοφμάν, που κυκλοφορεί σήμερα στη Γαλλία από τις εκδόσεις Stock. Προϊόν πολύμηνης έρευνας, επιχειρεί να απαντήσει σε ένα ερώτημα που επέβαλε με τον πιο βίαιο τρόπο ο ίδιος ο ρώσος πρόεδρος όταν εισέβαλε στην Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου του 2022, κονιορτοποιώντας την ευρωπαϊκή τάξη πραγμάτων. Πώς και γιατί απέτυχαν το Παρίσι και το Βερολίνο, ή για να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι, ο Εμανουέλ Μακρόν και η Ανγκελα Μέρκελ, να αντιληφθούν την πραγματικότητα της Ρωσίας του Βλαντίμιρ Πούτιν; Τι διαστρέβλωσε την οπτική τους, πώς ξεγελάστηκαν τόσο; «ΤΑ ΝΕΑ» δημοσιεύουν σήμερα κάποια αποκαλυπτικά αποσπάσματα, συμπυκνωμένα υποχρεωτικά για λόγους και χώρου και κατανόησης. Ξεχάσαμε όμως τον τίτλο: «Οι Τυφλωμένοι. Πώς το Βερολίνο και το Παρίσι άφησαν τον δρόμο ελεύθερο στη Ρωσία».
O Ρώσος και οι Γάλλοι
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν το ξέρει: από την εποχή του στρατηγού Ντε Γκωλ, που την εξόπλισε με πυρηνικά όπλα, η Γαλλία βλέπει τον εαυτό της ως «μία προικισμένη δύναμη», ένα από τα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, που μπορεί λοιπόν να μιλάει ως ίσος προς ίσο με τις άλλες δυνάμεις. Είναι η μεγάλη διαφορά της με τη Γερμανία, η ισχύς της οποίας είναι πρωτίστως οικονομική. Με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την εξαφάνιση της ΕΣΣΔ, οι δομές πάνω στις οποίες στηριζόταν η οργάνωση της ασφάλειας στην Ευρώπη χάνονται η μία μετά την άλλη. Μία νέα εποχή έχει ξεκινήσει. Κάθε γάλλος πρόεδρος φιλοδοξεί να οικοδομήσει «μία νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας στην Ευρώπη».
Ο Εμανουέλ Μακρόν δεν διαφέρει. Σε αυτή τη φιλοδοξία προστίθεται μια ακόμη, να κάνει την Ευρώπη σημαντικό γεωπολιτικό παράγοντα. Γι’ αυτόν ο καιρός που οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ, ή τώρα η Ρωσία, διαχειρίζονταν την ασφάλεια της Ευρώπης ερήμην των Ευρωπαίων έχει παρέλθει. Η Ευρώπη πρέπει να βρίσκεται στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Πρέπει «να συζητήσουμε με τη Ρωσία».
Λιγότερο από τρεις εβδομάδες μετά την εκλογή του, στις 29 Μαΐου του 2017, ο νεαρός πρόεδρος της Γαλλίας δέχεται τον Βλαντίμιρ Πούτιν στις Βερσαλλίες. Η συγκυρία είναι δύσκολη: υπάρχει φυσικά η Ουκρανία, αλλά και η Συρία, όπου η ρωσική αεροπορία βομβαρδίζει χαρούμενα νοσοκομεία και άλλους μη στρατιωτικούς στόχους υπό την κάλυψη της αντιτρομοκρατικής μάχης. Οι Γάλλοι, που συμμετέχουν στη μάχη κατά του ISIS, διαπιστώνουν πως οι ρωσικές δυνάμεις δεν τηρούν επ’ ουδενί τον λόγο τους όταν μιλούν για στοχοποίηση δομών του ISIS. Προτεραιότητα της Μόσχας, και θα στεφθεί με επιτυχία, είναι η επιστροφή της Ρωσίας στην περιοχή και η ενίσχυση του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Ασαντ.
Υπάρχει επίσης το ακανθώδες ζήτημα των ρωσικών παρεμβάσεων στη γαλλική προεκλογική εκστρατεία. Ζεματισμένοι από την πρωτοφανή ρωσική ανάμειξη στην εκστρατεία για τις αμερικανικές προεδρικές εκλογές του 2016, οι Γάλλοι έλαβαν προληπτικά μέτρα· αυτό δεν εμπόδισε την πειρατεία λογαριασμών e-mail του προεκλογικού αρχηγείου του Μακρόν, και τις επιχειρήσεις παραπληροφόρησης γύρω από την προσωπική ζωή του. Αλλά ο Μακρόν θέλει μια επανασύνδεση και χρησιμοποιεί ως πρόσχημα την έκθεση για τον Μεγάλο Πέτρο στο Μεγάλο Τριανόν των Βερσαλλιών ώστε να προσκαλέσει τον Πούτιν. Επιστρατεύεται όλη η μεγαλοπρέπεια της Ρεπουμπλίκ, της μοναρχίας. Στη συνέντευξη Τύπου που ακολουθεί τη συνάντηση διαφαίνεται η γραμμή που εννοεί να κρατήσει ο Μακρόν με τη Μόσχα: διάλογος αλλά αποφασιστικότητα.
Ο τόνος εκτιμάται από τους επικριτές του Πούτιν. Ο διάλογος συνεχίζεται τους επόμενους μήνες, από το τηλέφωνο ή στις συνόδους της G20. Ο Μακρόν, σύμφωνα με αυτήκοο μάρτυρα, «έχει την εντύπωση ότι συνεννοείται με τον Πούτιν». Το 2018 συμμετέχει στο φόρουμ της Αγίας Πετρούπολης, το μεγάλο οικονομικό σόου του Πούτιν, υπογράφονται συμβόλαια με γαλλικές εισηγμένες εταιρείες, οι μπίζνες πάνε καλά. Ο πρόεδρος της Γαλλίας εκφράζει την ικανοποίησή του για το «ιστορικό και στρατηγικό όραμα» που έχει, κατά τον ίδιο, ο ρώσος πρόεδρος για τη σχέση του με την Ευρώπη. Διότι ο Μακρόν είναι πεπεισμένος: «πρέπει να προσδέσουμε τη Ρωσία στην Ευρώπη».
Ο Ζελένσκι αναποδογυρίζει το τραπέζι
Ο Μακρόν πείθει τον Πούτιν να επισκεφθεί το Παρίσι στις 10 Δεκεμβρίου του 2019 για μια σύνοδο κορυφής του «Φορμάτ Νορμανδία», από αυτές που προβλέπουν οι συμφωνίες του Μινσκ για το Ντονμπάς. Είναι η πρώτη φορά που ο ρώσος πρόεδρος συναντάται με τον νέο πρόεδρο της Ουκρανίας, που εξελέγη οκτώ μήνες νωρίτερα – θα είναι εξάλλου η μοναδική. Οι Γερμανοί πιστεύουν πως αυτό το πλαίσιο, με τη Μέρκελ και τον Μακρόν, είναι πιο κατάλληλο για αυτή την πρώτη συνάντηση: «Γνωρίζοντας λιγάκι τον Πούτιν, σκεφτόμασταν πως θα έτρωγε ωμό τον Ζελένσκι για πρωινό αν τους αφήναμε μόνους!».
Η προετοιμασία αυτής της συνόδου στοιχίζει ατελείωτες ώρες επίπονων διαπραγματεύσεων στους εμπλεκόμενους διπλωμάτες αλλά, όταν έρχεται η ώρα, συμβαίνει στο Ελιζέ κάτι αναπάντεχο: ο Ζελένσκι αναποδογυρίζει το τραπέζι – με τη μεταφορική έννοια. Αμφισβητεί τις συμφωνίες που, τη στιγμή που υπογράφηκαν το 2015, ήταν πολύ πιο ευνοϊκές για τη Ρωσία παρά για την Ουκρανία αφού ο ουκρανικός στρατός ήταν σε αδύναμη θέση. Εκτοτε, όμως, ενισχύθηκε, χάρη κυρίως στην εκπαίδευση των ανδρών του από τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς. Ο μικρός κωμικός δεν δέχεται πλέον να τον ποδοπατούν.
«Βλέπω φυσικά το κείμενο» δηλώνει, «αλλά αν συνεχίσουμε έτσι, θα χρειαστούν δεκάδες χρόνια. Κι εγώ δεν έχω την πολυτέλεια του χρόνου». Η συνάντηση γίνεται άνω-κάτω. Ο Πούτιν είναι έξαλλος αλλά δεν το δείχνει. Προκύπτουν ενδιαφέρουσες στιχομυθίες ανάμεσα στον ρώσο πρόεδρο και τη γερμανίδα καγκελάριο, που γνωρίζονται εδώ και 12 χρόνια.
«Ακούστε, θα σας πω την αλήθεια» ξεκινά να λέει ο Πούτιν.
«Μα, Βλαντίμιρ, ελπίζω ότι λες πάντα την αλήθεια!» τον διακόπτει η Ανγκελα Μέρκελ, με μια ψευτοαφέλεια.
«Ανγκελα», απαντάει εκείνος. «Ολος ο κόσμος λέει ψέματα, εγώ λέω ψέματα, εσύ λες ψέματα, ο Εμανουέλ λέει ψέματα, ακόμα και ο κος Ζελένσκι θα πει ψέματα, είναι φυσιολογικό!».
Στο πέρας μιας μακράς ημέρας, οι διαφωνίες ανάμεσα στον Ζελένσκι και τον Πούτιν είναι αρκετά εμφανείς όταν οι τέσσερις ηγέτες δίνουν συνέντευξη Τύπου. Εχουν τουλάχιστον μια συμφωνία ανταλλαγής κρατουμένων, που θα πραγματοποιηθεί, και υπόσχονται να συναντηθούν ξανά με το ίδιο φορμάτ στο Βερολίνο τέσσερις μήνες αργότερα. Στο μεταξύ, οι υπουργοί και οι σύμβουλοί τους αναλαμβάνουν να λειάνουν τις διαφορές.
Δεν θα υπάρξει νέα σύνοδος, ούτε στο Βερολίνο ούτε πουθενά. Τον Μάρτιο του 2020 κάνει την εμφάνισή της στην Ευρώπη η COVID-19 και ο Πούτιν κλειδαμπαρώνεται στο Κρεμλίνο, το Σότσι, ή κάποια άλλη από τις κατοικίες του.
Η καγκελάριος καταπίνει τα λόγια της
Στις 18 Ιουνίου του 2021, ο Μακρόν επισκέπτεται τη Μέρκελ στο Βερολίνο. Είναι η πρώτη φορά εδώ και έναν χρόνο που τον υποδέχεται η καγκελάριος, αφού η πανδημία εμπόδιζε τις διά ζώσης συναντήσεις. Μπροστά στους δημοσιογράφους, η Μέρκελ εξηγεί πώς θα προετοιμάσουν την ευρωπαϊκή σύνοδο της 24ης και 25ης Ιουνίου· λέει ρητά πως θα συζητηθεί το θέμα της Ρωσίας και πως εν προκειμένω, η ίδια τάσσεται υπέρ της επικοινωνίας με τη Μόσχα, πάνω και πέρα από εκείνη, την πολύ περιορισμένη, που υφίσταται στο πλαίσιο των συμφωνιών του Μινσκ. Κανείς δεν δίνει σημασία σε αυτή τη φράση. Ωστόσο, η καγκελάριος έχει μια ιδέα στο μυαλό της, την οποία καταθέτει εκείνο το βράδυ στον πρόεδρο Μακρόν. Η ιδέα είναι να προσκαλέσουν τον Πούτιν, για πρώτη φορά μετά την προσάρτηση της Κριμαίας, σε μία σύνοδο Ρωσίας – ΕΕ.
Το Παρίσι βρίσκει την επιλογή της συνόδου 27 + 1 πολύ γενναιόδωρη για έναν Πούτιν που παραμένει αμετακίνητος από το 2014. Αλλά ο Μακρόν δεν μπορεί παρά να εγκρίνει την ιδέα επανέναρξης του διαλόγου με τη Μόσχα: το προσπαθεί μάταια από το 2019. Και δεν θα πάει κόντρα στην Ανγκελα τόσο κοντά στην έξοδό της…
Η Μέρκελ τηλεφωνεί στον Βλαντίμιρ Πούτιν καθώς και στον ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Στις 22 Ιουνίου, ο Πούτιν υπογράφει στην «Die Zeit» ένα άρθρο απολύτως ήπιο, απευθύνοντας έκκληση για «αποκατάσταση μιας πλήρως ανεπτυγμένης εταιρικής σχέσης με την Ευρώπη». Η Μέρκελ ξεχνάει μόνο να μιλήσει για αυτό που έχει γίνει ένα «γαλλο-γερμανικό σχέδιο» στους υπόλοιπους Ευρωπαίους, οι οποίοι το ανακαλύπτουν, εξοργισμένοι, την παραμονή του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.
Η Μέρκελ παίρνει τον λόγο. Θυμίζει την ιστορία των σχέσεων ανάμεσα στη Ρωσία και την ΕΕ. Πάνε 16 χρόνια, λέει, που παρατηρεί τον Πούτιν και που βλέπει το καθεστώς του να σκληραίνει. Ο ρώσος πρόεδρος σκεφτόταν πως μπορούσε να εδραιώσει την εξουσία του στηριζόμενος στην οικονομία, αλλά συνειδητοποίησε πως δεν γνώριζε τίποτα για την οικονομία και επέστρεψε στα βασικά: την ασφάλεια και τις μυστικές υπηρεσίες. «Μας θεωρεί εχθρούς» λέει η Μέρκελ. «Δεν τρέφω καμία αυταπάτη, αλλά πρέπει να μιλήσουμε μαζί του. Οι Αμερικανοί το κάνουν. Εμείς είμαστε στόχος κινήσεων αποσταθεροποίησης και στερούμε τους εαυτούς μας από αυτό το εργαλείο».
Τη σκυτάλη παίρνει ο Μακρόν με το ίδιο οικείο επιχείρημα.
Τότε είναι που αρχίζει να μιλάει η Κάγια Κάλας. Η εσθονή πρωθυπουργός, που έχει μόλις κλείσει τα 44 χρόνια, δεν βρίσκεται στην εξουσία παρά μόνο πέντε μήνες· είναι το πρώτο Συμβούλιο στο οποίο συμμετέχει διά ζώσης, αφού όλα γίνονταν μέσω τηλεδιάσκεψης μέχρι τότε.
Ολα τα μάτια στρέφονται στην Εσθονή που επιτίθεται στη Μέρκελ καταπρόσωπο. «Μία σύνοδο για τι πράγμα;» ρωτάει. «Για να κάνουμε τι;».
H Κάλας επιδίδεται σε μία επιχείρηση κατεδάφισης της γαλλογερμανικής πρότασης. «Τη γάζωσε με σφαίρες» λέει ένας αυτήκοος μάρτυρας. Το αδιάσειστο επιχείρημα: «Πάντα λέγαμε πως δεν θα διοργανώναμε σύνοδο με τον Πούτιν όσο δεν επιστρέφει την Κριμαία. Οι όροι δεν έχουν πληρωθεί, πώς θα φανούμε λοιπόν; Αυτό θα σήμαινε πως ο λόγος μας δεν έχει την παραμικρή αξία!».
Η Μέρκελ εισπράττει πολύ άσχημα αυτή την αμφισβήτηση. Αντίθετα από ό,τι συνηθίζει, εκνευρίζεται, γίνεται θηρίο, «κατακόκκινη». Ο Βίκτορ Ορμπαν, ο ούγγρος πρωθυπουργός, γνωστός για τη φιλο-πουτινική του κλίση, επανέρχεται στη θεωρία της Μέρκελ ότι ο Πούτιν δεν έχει ιδέα από οικονομία. «Πράγματι, δεν είναι οικονομολόγος» λέει. «Κατάλαβε όμως άψογα τι σημαίνει, από στρατηγική άποψη, ο έλεγχος της παραγωγής πρώτων υλών». Αυτή η κλωτσιά γαϊδάρου στη Γερμανία, ένας υπαινιγμός για την εξάρτηση του Βερολίνου από το ρωσικό φυσικό αέριο, μάλλον δεν βοηθάει να φτιάξει η διάθεση της καγκελαρίου.
Τελικά, θυμάται η Κάγια Κάλας, ο Μάριο Ντράγκι στρέφεται προς το μέρος της και λέει: «Εχει δίκιο», και η πρόταση εγκαταλείπεται.
Οι χώρες της πρώην κομμουνιστικής Ευρώπης είχαν συνηθίσει να μην υψώνουν τη φωνή. Εκείνη τη μέρα, στις 24 Ιουνίου του 2021, «η Μέρκελ κατάπιε τα λόγια της και η Κάλας την ισοπέδωσε» συνοψίζει ένας από τους συμμετέχοντες.
Πώς μπόρεσε η Μέρκελ, αυτή η τόσο συνετή και οργανωμένη, να βάλει ένα τέτοιο αυτογκόλ; Ηταν η προοπτική της αποχώρησής της από την καγκελαρία εκείνη που την ώθησε να επισπεύσει τα πράγματα; Είχε ήδη στραβοπατήσει έξι μήνες νωρίτερα, επιβάλλοντας την υιοθέτηση, στο τέλος της γερμανικής προεδρίας της ΕΕ, μιας ιδιαίτερα αμφιλεγόμενης συμφωνίας για τις επενδύσεις με την Κίνα, η οποία σφραγίστηκε στη διάρκεια τηλεδιάσκεψης κορυφής με τον κινέζο πρόεδρο, Σι Τζινπίνγκ, στις 30 Δεκεμβρίου του 2020. Λάθος υπολογισμός: οι σχέσεις με το Πεκίνο επιδεινώθηκαν τόσο στη συνέχεια, που η συμφωνία ανεστάλη πριν καν τεθεί σε ισχύ.
Ισως η καγκελάριος να ονειρευόταν να εγκαταλείψει την εξουσία με μία τριπλή γεωπολιτική επιτυχία, την ευρω-σινική σύνοδο με τον Σι τον Δεκέμβριο του 2020, μία σύνοδο με τον Τζο Μπάιντεν που είχε προβλεφθεί για τον Ιούλιο του 2021, και να τερματίσει δυνατά με μία ευρω-ρωσική σύνοδο με τον Πούτιν τον Σεπτέμβριο. Αντί για αυτή την τριπλή επιτυχία, εγκαταλείπει τελικά την ευρωπαϊκή σκηνή με μία διπλή αποτυχία. Σημάδι των καιρών, αφορά την Κίνα και τη Ρωσία.