Παρακολουθώντας τη γερμανίδα ηθοποιό Λεόνι Μπένες στην ταινία του Ιλκερ Τσάτακ «Στο γραφείο των καθηγητών» που από την περασμένη Πέμπτη προβάλλεται στις αίθουσες, ξαφνιάζεσαι όχι μόνο από τον δυναμισμό και την ενέργειά της αλλά και από το δυσβάσταχτο ψυχολογικό φορτίο που κουβαλά η ηρωίδα της, άρα κατά μια έννοια και η ίδια. Η Μπένες υποδύεται την Κάρλα Νόβακ, μια αφοσιωμένη, ιδεαλίστρια νεαρή δασκάλα που ενώ ξεκινά με όρεξη την πρώτη της δουλειά σε ένα σχολείο, θα βρεθεί προ αδιεξόδου όταν ένας από τους μαθητές της δείχνει ύποπτος για μια σειρά από κλοπές. Αποφασισμένη να διαλευκάνει μόνη της το θέμα, θα βρεθεί μέσα σε έναν κυκεώνα. Οσο όμως πιο απελπισμένα προσπαθεί να τα κάνει όλα σωστά, τόσο πιο κοντά φτάνει στο να σπάσει, και όλο αυτό το φορτίο φαίνεται να το κουβαλά και η ίδια η ηθοποιός. Την υποψία μου ότι το «Στο γραφείο των καθηγητών» θα πρέπει να ήταν μια πολύ κοπιαστική δουλειά για την ίδια εξέφρασα όταν συνάντησα την Μπένες στο ξενοδοχείο Electra στο πλαίσιο του φεστιβάλ Νύχτες Πρεμιέρας.
«Δεν ήταν καθόλου δοκιμασία, γιατί το εργασιακό περιβάλλον ήταν απλώς τέλειο» απάντησε η Μπένες. «Σε αυτό συνέβαλε πολύ το ότι ο Ιλκερ Τσάτακ δημιούργησε ένα περιβάλλον μέσα στο οποίο όλοι μας – τα παιδιά, οι υπόλοιποι ηθοποιοί ο διευθυντής φωτογραφίας – είχαμε την αίσθηση πως έπρεπε να ισορροπήσουμε στο ίδιο τεντωμένο σκοινί. Οπότε δεν ένιωσα ποτέ ότι εγώ προσωπικά κουβαλούσα κάτι παραπάνω στις πλάτες μου. Φυσικά, η ιστορία της ταινίας και εκ των πραγμάτων η κάμερα εστιάζουν στην προοπτική της Κάρλα Νόβακ, όμως αν η ταινία λειτουργεί καλά ως σύνολο, αυτό συμβαίνει επειδή όλοι έχουν κάνει σωστά τη δουλειά τους».
Η ΗΡΩΙΔΑ ΚΑΙ Ο ΜΕΛΒΙΛ. Η Μπένες ανέλαβε την ηρωίδα της Κάρλα Νόβακ έπειτα από οντισιόν που έκανε και συζητήσεις που αντάλλαξε με τον σκηνοθέτη Ιλκερ Τσάτακ. «Σε μια από τις συζητήσεις μας με ρώτησε αν με πείραζε που η ταινία δεν θα είχε καμία σκηνή στον κόσμο της Κάρλα εκτός σχολείου, στο σπίτι της για παράδειγμα. Γιατί δεν θα μαθαίναμε τι περίπου συμβαίνει στην προσωπική της ζωή. Για να πω την αλήθεια, δεν το είχα σκεφτεί, όμως του απάντησα ότι “όχι, δεν με πείραζε”. Ο,τι χρειαζόταν να ξέρω για την Κάρλα βρισκόταν ήδη στο σενάριο». Ηθοποιός και σκηνοθέτης συζήτησαν επίσης για ευρύτερα ζητήματα, όπως τι σημαίνει να είναι κάποιος καλός δάσκαλος. «Μιλήσαμε πολύ για το μυθιστόρημα του Χέρμαν Μέλβιλ “Μπάρτλεμπι ο γραφιάς”, διότι αυτό υπήρξε μια πηγή έμπνευσης για την ταινία. Υπάρχει μια κομβική φράση σε αυτό το μυθιστόρημα: “θα προτιμούσα να μην”. Που σημαίνει ότι κάποιος αρνείται να ακολουθήσει μια εντολή, και αυτό γίνεται στην ταινία».
Γεννημένη στο Αμβούργο τον Απρίλιο του 1991, η Μπένες άρχισε να παίζει θέατρο από μικρή. Αργότερα, όταν πήγε στο Βερολίνο κατάλαβε ότι η ηθοποιία ήταν αυτό που πραγματικά ήθελε να κάνει. «Επαιξα σε μερικές ταινίες αλλά γνώριζα ότι μου έλειπαν πράγματα, δεν είχα την τεχνική» είπε. Γι’ αυτό και πήγε για σπουδές στο Λονδίνο. «Οι περισσότεροι ηθοποιοί που θαυμάζω και είχαν μεγάλη σε διάρκεια καριέρα είχαν περάσει από κάποια δραματική σχολή του Λονδίνου». Παρ’ όλα αυτά, και παρά την κλασική της παιδεία, δεν έχει κάνει ακόμη θέατρο, ούτε και έχει ιδιαίτερη ζέση στην ιδέα. Ούτως ή άλλως η καριέρα της στο σινεμά και στο θέατρο είναι ήδη θαυμάσια, με δημοφιλείς σειρές στο ενεργητικό της («Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες», «The Swarm» κ.ά.), καθώς επίσης ταινίες Τέχνης όπως η «Λευκή κορδέλα» του Μίχαελ Χάνεκε και τα «Μαθήματα περσικών» του Βαντίμ Πέλερμαν.
Ζητώ από την Μπένες να μου δώσει ένα παράδειγμα που θυμάται με την ίδια ως μαθήτρια σε αντιπαράθεση με καθηγητές ή δασκάλους. «Θυμάμαι ότι στη δραματική σχολή που πήγαινα ένας από τους δασκάλους μου βρέθηκε σε αντιπαράθεση με κάποιον από τους συμμαθητές μου. Οταν κάποια στιγμή η ένταση κορυφώθηκε, ο δάσκαλος του είπε: “Δεν θα φεύγεις ποτέ από δω μέσα! Δεν με ενδιαφέρει πώς νιώθεις ή πόσο προσβεβλημένος αισθάνεσαι, πάντως εδώ πέρα βρισκόμαστε σε μια δημιουργική διαδικασία και δεν φεύγεις από την αίθουσα!”. Θυμάμαι ότι βρήκα αυτή την εντολή πολύ σημαντική, διότι ενώ θεωρώ τον εαυτό μου ανυπόμονο άτομο, όταν έρχεται η στιγμή να πάρω πράγματα και ανθρώπους στα σοβαρά, μια δημιουργική διαδικασία για παράδειγμα, δεν φεύγω από την αίθουσα, ακόμα και αν μέσα μου θα προτιμούσα να μη βρισκόμουν εκεί».
ΚΟΥΛΤΟΥΡΑ ΤΟΥ DEBATE. Οταν η Μπένες διάβασε το σενάριο του «Γραφείου των καθηγητών», είπε στον Ιλκερ Τσάτακ ότι δεν ήξερε για ποιο θέμα μιλούσε. «Ηταν για μια κλοπή; Ηταν μια ταινία με μυστήριο – το έκανε ή όχι; Ηταν άραγε μια ταινία για τη σκηνή που η Κάρλα τραβά το βίντεο; Ηταν μια ταινία για το εκπαιδευτικό σύστημα; Το μόνο που θυμόμουν ήταν ότι λάτρεψα τον τρόπο με τον οποίο όλα αυτά ήταν γραμμένα, ότι γνώριζα τι ακριβώς θα έπρεπε να κάνω ως ηθοποιός και ότι εμπιστευόμουν τον σκηνοθέτη. Αν αυτό που λέγαμε λεγόταν με τον σωστό τρόπο, θα είχε κάτι να προσθέσει στην κουλτούρα του debate που εδώ και χρόνια ζούμε». Ρωτώ την Μπένες τι ακριβώς εννοεί μιλώντας για «κουλτούρα του debate». «Ζούμε στην εποχή που όλοι θέλουν να έχουν δίκιο και κανένας δεν θέλει να καταλάβει» είπε. «Και πάνω σε αυτή την ιδέα κινείται ολόκληρη η ταινία. Δεν μπορούσα να φανταστώ όμως ότι αυτό θα έβγαινε τόσο έντονα, και μάλιστα με μια αίσθηση θρίλερ στην ταινία. Γι’ αυτό και είμαι τόσο ενθουσιασμένη από το αποτέλεσμα».
Η διαδικασία των γυρισμάτων είχε επίσης πολύ ενδιαφέρον γιατί ο Ιλκερ Τσάτακ ακολουθούσε μια συγκεκριμένη μέθοδο που ακούγεται σαν «ιεροτελεστία». «Κάθε μέρα, πριν ακόμα τα γυρίσματα ξεκινήσουν, ο Ιλκερ, εγώ, οι υπόλοιποι ηθοποιοί και τα παιδιά συζητούσαμε για περίπου μία ώρα. Για τα πάντα. Από το τι σημαίνει να ζητάς συγγνώμη, μέχρι τι θέλεις να γίνεις όταν μεγαλώσεις. Εχεις συγγενείς; Πώς νιώθεις μαζί τους; Τι παγωτό σού αρέσει; Τι είναι για σένα τέχνη; Υπήρξαν περιπτώσεις που η Τζούντιθ Κάουφμαν, διευθύντρια φωτογραφίας της ταινίας, τραβούσε υλικό αυτών των συναντήσεων και εν τέλει πολλές σκηνές από αυτές τις συζητήσεις πέρασαν στο final cut. Ωστόσο αυτό που ο Ιλκερ κατάφερε ήταν να δημιουργήσει μια ατμόσφαιρα στην οποία οι πάντες συμμετείχαν, οπότε δεν υπήρχε κάποιος πρωταγωνιστής. “Είμαστε όλοι συνάδελφοι εδώ και τραβάμε το ίδιο κουπί”. Αυτό ήταν το μότο του. “Σας χρειάζομαι όλους. Πρέπει όλοι να συμβάλετε το ίδιο”».