Τι μπορεί να ορίζει ένα φιάσκο στον κινηματογράφο; Ορισμένες φορές, απλώς και μόνο το γεγονός ότι είναι μια κακή ταινία αρκεί. Σε άλλες περιπτώσεις, φταίει η κακή ενέργεια που δημιουργήθηκε γύρω της από την πρώτη μέρα των γυρισμάτων μέχρι τη στιγμή που βγήκε στις αίθουσες. Υπάρχουν ταινίες που όταν τις βλέπεις το πρώτο πράγμα που σκέφτεσαι είναι «μα καλά, κανείς δεν σκέφτηκε ότι αυτό το πράγμα δεν βλέπεται;». Οπως υπάρχουν ταινίες που έγιναν προβληματικές και βούλιαξαν εισπρακτικά είτε λόγω της υπερφιλοδοξίας των δημιουργών τους, είτε λόγω της επέμβασης των στούντιο που ενώ υποτίθεται ότι υποστήριζαν αυτούς τους δημιουργούς, στη συνέχεια τους «άδειασαν» κάνοντας το δικό τους. Στις γραμμές που ακολουθούν επιλέξαμε εννέα από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις κινηματογραφικών αποτυχιών, από μόνες τους κεφάλαια στην ιστορία της Μέκκας του Κινηματογράφου. Το αστείο είναι ότι αρκετές από αυτές, με την πάροδο των χρόνων, φάνηκε να «ανασταίνονται» και να βρίσκουν για πρώτη φορά, έστω και καθυστερημένα, το κοινό τους. Κάτι είναι κι αυτό…

1942

Οι υπέροχοι Αμπερσον

Αμέσως μετά το αριστούργημά του «Ο πολίτης Κέιν» (1941), ο Γουέλς προχώρησε στο πιο φιλόδοξο ίσως έργο της καριέρας του, τους «Υπέροχους Αμπερσον». Και τα στελέχη του ιδίου στούντιο παραγωγής το έσφαξαν χωρίς καν να τον συμβουλευτούν. Για την ακρίβεια η RKO έκοψε 50′ της ταινίας προσθέτοντας κάτι σαν happy end και όλα αυτά ενώ ο Γουέλς βρισκόταν εκτός ΗΠΑ. Οι κομμένες σκηνές καταστράφηκαν και η μόνη καταγραφή τους βρίσκεται στο αρχικό σενάριο. Η συμμετοχή φίλων του Γουέλς σε αυτό το εκ νέου μοντάζ της ταινίας προκάλεσε βαθιά ρήξη στη φιλία τους. Επί σειρά ετών ο Γουέλς έκοψε την καλημέρα στον ηθοποιό (και πρωταγωνιστή στους Αμπερσον) Τζόζεφ Κότεν – που δεν σταμάτησε να του στέλνει επιστολές συγγνώμης – και επί 42 χρόνια δεν μίλησε ξανά στον μοντέρ Ρόμπερτ Γουάιζ.

1979

1941: Από πού πάνε για το Χόλιγουντ, παρακαλώ;

Κανείς δεν κατάλαβε ποτέ γιατί ο Στίβεν Σπίλμπεργκ θέλησε να μπλέξει με τη σουρεαλιστική κωμωδία και μάλιστα με φόντο τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όμως αυτό ακριβώς έκανε, με πρωταγωνιστή τον Τζον Μπελούσι, ένα μεγάλο αλλά αυτοκαταστροφικό ταλέντο, πασίγνωστο τότε στο αμερικανικό κοινό από τη σειρά «Saturday Night Live». Η χημεία δεν λειτούργησε καλά, όπως, εδώ που τα λέμε, τίποτα δεν λειτούργησε καλά στο «1941» που παραμένει μία από τις πιο χαρακτηριστικές αποτυχίες στο Χόλιγουντ των τελευταίων 40 ετών. Βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι, σήμερα η ταινία έχει επανεκτιμηθεί και αρέσει σε αρκετό κόσμο.

1963

Κλεοπάτρα

Η θρυλική Βασίλισσα της Αιγύπτου (Ελίζαμπεθ Τέιλορ), ο Ιούλιος Καίσαρας (Ρεξ Χάρισον) και ο Μάρκος Αντώνιος (Ρίτσαρντ Μπάρτον) συνθέτουν ένα… ιψενικό τρίγωνο σπατάλης επικών διαστάσεων σε μία από τις πιο προβληματικές στη δημιουργία τους παραγωγές στην ιστορία του Χόλιγουντ (μόνο τα κοστούμια της Τέιλορ κόστισαν περίπου 200.000 δολάρια σε ένα συνολικό κόστος παραγωγής 40 εκατ. δολαρίων που σήμερα αντιστοιχούν σε 400). Αν και η «Κλεοπάτρα» θεωρείται ευρέως ως μια από τις μεγαλύτερες αποτυχίες όλων των εποχών, στην πραγματικότητα ήταν η ταινία με τις υψηλότερες εισπράξεις του 1963, χρονιά διανομής της στις αίθουσες. Απλώς οι εισπράξεις δεν ήταν αρκετές για να βγάλει αμέσως τα λεφτά της, κάτι που έγινε 10 χρόνια αργότερα, οπότε η 20th Century Fox «έκλεισε τα βιβλία» της ταινίας, κρατώντας όλα τα μελλοντικά κέρδη μυστικά για να αποφύγει την πληρωμή εκείνων στους οποίους είχε υποσχεθεί ποσοστό επί των κερδών.

1980

Η πύλη της Δύσης

Αμέσως όμως μετά τον «Ελαφοκυνηγό», η «Πύλη της Δύσης» (1981), η τρίτη μα και η πιο φιλόδοξη ταινία του Μάικλ Τσιμίνο, έμελλε να γίνει το πιο δυσάρεστο κεφάλαιο στην καριέρα του. Από τα ομορφότερα αλλά και τα πιο «αντιαμερικανικά» γουέστερν όλων των εποχών, η «Πύλη», στην οποία πρωταγωνιστούν οι Κρις Κριστόφερσον, Κρίστοφερ Γουόκεν, Ιζαμπέλ Ιπέρ και Τζεφ Μπρίτζες, καταστράφηκε στο μοντάζ εξαιτίας της επέμβασης του στούντιο United Artists, το οποίο αργότερα χρεοκόπησε εξαιτίας της αποτυχίας της ταινίας στις αίθουσες. Ο Τσιμίνο δεν μπόρεσε ποτέ να αποβάλει το στίγμα του ανθρώπου που κατέστρεψε ένα στούντιο και από τότε μέχρι τον θάνατό του εργαζόταν σποραδικά.

1986

Χάουαρντ ο αχτύπητος

Μια πάπια τόσο άσχημη που αν την έβλεπε ο Ντόναλντ Ντακ πολύ πιθανόν να πάθαινε έμφραγμα ήταν ο πρωταγωνιστής σε μια υποτίθεται κωμωδία που σε κάνει να νιώθεις τόσο αμήχανα ενώ την παρακολουθείς που θα πρέπει να είσαι διεστραμμένος για να της χαρίσεις έστω χαμόγελο. Και σαν να μην έφτανε αυτό, η πάπια, ο Χάουαρντ, συνδέεται με τον κόσμο της Marvel πολύ πριν από τις μέρες μας που είναι ο κυρίαρχος κόσμος στις κινηματογραφικές αίθουσες. Ο λόγος για τον οποίο ο Χάουαρντ, προερχόμενος από τον εξωγήινο κόσμο Duck World, βρίσκεται στη Γη είναι για να αποτρέψει το κακό του Evil Overlord, αλλά η υπόθεση πατά περισσότερο στα χνάρια του «Εξωγήινου» με τον Χάουαρντ να κόβει βόλτες στο Κλίβελαντ προκαλώντας πανικό. Η αποτυχία της ταινίας σήμανε το τέλος του Γουίλιαμ Χούικ στη σκηνοθεσία.

1990

Η απατηλή λάμψη της ματαιοδοξίας

Οταν ο σκηνοθέτης Μπράιαν Ντε Πάλμα συμφώνησε να επιτρέψει στη δημοσιογράφο Τζούλι Σάλαμον απεριόριστη πρόσβαση στην κινηματογραφική παραγωγή του μπεστ σέλερ μυθιστορήματος του Τομ Γουλφ οι προσδοκίες για κάτι πολύ «μεγάλο» ήταν ο κινητήριος μοχλός και των δύο. Ομως το μόνο «πολύ μεγάλο» που έγινε ήταν το μέγεθος της αποτυχίας. Η αίσθηση της επικείμενης καταστροφής είχε φανεί από την αρχή: «χρυσαφένιοι» χαρακτήρες αντικατέστησαν τις σατιρικές δημιουργίες του Γουλφ, ο Τομ Χανκς, σε μια τρανή στιγμή εκτός ρόλου ήταν για μια ακόμη φορά ένα πρότυπο ευγένειας και η Μέλανι Γκρίφιθ, στα μέσα του γυρίσματος, εμφανίστηκε με νέο, μεγαλύτερο στήθος. Πολλά χρόνια αργότερα η Σάλαμον κατέγραψε την ιστορία αυτής της μνημειώδους καταστροφής σε βιβλίο, το «The Devil’s Candy: “Bonfire of the Vanities” Goes to Hollywood».

1987

Ishtar

Δύο εντελώς ατάλαντοι αλλά και εντελώς ονειροπαρμένοι μουσικοί της Νέας Υόρκης κλείνουν συμβόλαιο εργασίας σε ναϊτκλάμπ του Μαρόκου, με μια σύντομη στάση στο Ιστάρ, χώρα όπου συντελούνται πολιτικές ανακατατάξεις. Εκεί θα μπλέξουν άσχημα σε μία πλεκτάνη στην οποία είναι αναμεμειγμένη η CΙΑ και άλλες κατασκοπικές οργανώσεις. Παρά την παρουσία του πρωταγωνιστικού ντουέτου, Ντάστιν Χόφμαν – Γουόρεν Μπίτι (ανάμεσά τους η Ιζαμπέλ Ατζανί), η ταινία της Ιλέιν Μέι ανήκει στις πιο χαρακτηριστικές εμπορικές αποτυχίες στην ιστορία του σινεμά. Δικαίως βέβαια γιατί είναι μια πανάκριβη αλλά άγευστη σαλάτα από χαζά αστεία, κακά μουσικοχορευτικά νούμερα και αφελείς σκηνές δράσης που απλούστατα δεν κολλούν μεταξύ τους.

1997

Ανάμεσα σε δύο κόσμους

Το πρώτο δείγμα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά με την πορεία του Κέβιν Κόστνερ φάνηκε στον «Υδάτινο κόσμο» μια «μετα-αποκαλυπτική» περιπέτεια φαντασίας που θύμιζε κάπως τις ταινίες «Mad Max». Αντί όμως ο Κόστνερ να λάβει υπόψη του τα μηνύματα και να αποφύγει κάθε τι που είχε σχέση με αυτό το θέμα, εκείνο που έκανε ήταν να διπλασιάσει την αποτυχία μόλις δύο χρόνια αργότερα σκηνοθετώντας μια παρόμοιας φιλοσοφίας… «μετα-αποκαλυπτική» περιπέτεια φαντασίας, το «Ανάμεσα σε δύο κόσμους», όπου και πάλι πρωταγωνιστεί. Ογδόντα εκατομμύρια δολάρια κόστισε η ταινία, στα 20 έκλεισε η εισπρακτική καριέρα της στα ταμεία. Ο Κόστνερ για αρκετό καιρό έσβησε ως όνομα αλλά τα τελευταία χρόνια επανήλθε με τηλεοπτικές επιτυχίες όπως το «Yellowstone».

2019

Cats

Το μεγαλύτερο κινηματογραφικό φιάσκο των τελευταίων χρόνων, αυτή η μεταφορά ενός από τα θρυλικότερα θεατρικά μιούζικαλ όλων των εποχών, του σερ Αντριου Λόιντ Γουέμπερ, όχι απλώς δυσφημεί το είδος του μιούζικαλ αλλά και τις ίδιες τις… γάτες. Οσο σκέφτεται κανείς ότι ο σκηνοθέτης Τομ Χούπερ είναι ο ίδιος άνθρωπος που γύρισε την (επίσης μιούζικαλ) ταινία «Οι άθλιοι» και τον «Λόγο του βασιλιά», τόσο πιο έκπληκτος και απογοητευμένος νιώθει. Τα πάντα στο «Cats» μοιάζουν με βιασμό του καλού γούστου: από το κιτς μακιγιάζ των ανθρωπόμορφων γάτων μέχρι τα ανούσια χορευτικά νούμερα, τα άκυρα τραγούδια, το ανόητο χιούμορ και την ψευτο-φλουαρτιστίκ «μπλε» ατμόσφαιρα. Για να καταλάβει κανείς πόσο κακή είναι η ταινία αρκεί να πούμε ότι ο σερ Αντριου Λόιντ Γουέμπερ επηρεάστηκε τόσο πολύ από την καταστροφική υποδοχή και κάκιστη ποιότητά της που κατέληξε να υιοθετήσει ένα κουτάβι από τη Χαβάη αναζητώντας στον σκύλο την ψυχοθεραπεία του.