Το κυβερνητικό στρατόπεδο ερμηνεύει τη λαϊκή ετυμηγορία της Αθήνας χρησιμοποιώντας δύο στοιχεία: τη συσπείρωση των αντιπολιτευομένων απέναντι στον υποψήφιο της ΝΔ – υπολογίζοντας την ψήφο στον Δούκα ως αντιμπακογιαννική – και τα απανωτά λάθη στην πράξη αλλά και την επικοινωνιακή προώθηση του Μεγάλου Περιπάτου. Κι όχι μόνο.
Ο Αδωνις Γεωργιάδης, για παράδειγμα, ανέδειξε τον παράγοντα ντιμπέιτ. Κατά την άποψή του, η επιλογή της διεξαγωγής του μεταξύ πρώτης και δεύτερης Κυριακής κόστισε στον Κώστα Μπακογιάννη γιατί προσέφερε στον Χάρη Δούκα την αναγνωρισιμότητα που δεν είχε μέχρι τότε. Παρ’ όλ’ αυτά, δεν ήταν λίγοι οι τηλεθεατές που παρακολούθησαν την τηλεμαχία και διέκριναν μια συστηματική προσπάθεια ευγενικής υποτίμησης του «κ. καθηγητή» από τον πολιτικό του αντίπαλο, η οποία εν τέλει δούλεψε διαφορετικά απ’ ό,τι σχεδιάστηκε – όπως κι η υπερβολική ορισμένες φορές αυτοπεποίθηση, την οποία έδειξε ένας παλιός πια στην πολιτική έναντι ενός καινούργιου.
Ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης, από την άλλη, παρουσίασε πιο κομψά την κυβερνητική αποτίμηση των αιτιών της ήττας – προτού ο Πρωθυπουργός πει στο Υπουργικό του Συμβούλιο ότι οι «κάλπες έκριναν πρόσωπα, έργα και συμπεριφορές». Αφού παραδέχθηκε πως αυτή ήταν μια εξέλιξη που δεν περίμεναν και την απέδωσε στην αντισυσπείρωση στο κυβερνών κόμμα, συμπλήρωσε ότι «υπάρχουν και στοιχεία προσωπικής αξιολόγησης».
Ενας γνωστός δημοσκόπος, ανατρέχοντας στο αρχείο των ερευνών του, βρίσκει πρόχειρα δύο στις οποίες οι δημότες δεν βαθμολογούσαν θετικά τις επιδόσεις του απερχόμενου δημάρχου. «Με εξαίρεση το πρώτο έτος της θητείας του, ακόμη και σε ουδέτερο πολιτικά χρόνο, η συνολική αξιολόγηση του έργου του ήταν χαμηλή», λέει. Στη δική του ανάλυση, δεν ήταν ο Μεγάλος Περίπατος ο πραγματικός λόγος της μπακογιαννικής πτώσης αλλά μόνο ένας από τους πολλούς. «Το συγκεκριμένο έργο απέκτησε συμβολικά χαρακτηριστικά», εξηγεί. «Δεν επηρέαζε την καθημερινότητα των κατοίκων των Πετραλώνων ή του Γκύζη η Πανεπιστημίου. Ωστόσο, κατηγοριοποιήθηκε ως η εμβληματική αποτυχία».
Στραπατσάρισε τη βιτρίνα
Πάντως, δεν διαφωνεί ότι ενδέχεται οι υπό συζήτηση συμβολισμοί να επέδρασαν στην απόφαση εκείνων που είναι δημότες της Αθήνας αλλά ζουν πλέον σε κάποιο προάστιο. Ταυτόχρονα, συμπληρώνει, έπαιξε ρόλο η στάση του ίδιου του Μπακογιάννη. Συντήρησε την ιστορία του μεγαλεπήβολου πρότζεκτ που στραπατσάρισε τη βιτρίνα της πόλης μέχρι τέλους. «Ακόμη και στο ντιμπέιτ μίλησε ξανά και ξανά γι’ αυτό, έστω και απολογούμενος». Για κάποιους άλλους, πάλι, ενδέχεται η συγγώμη να ειπώθηκε πολύ αργά.
Ανθρωποι που εξετάζουν τις εκλογικές μάχες από μακριά έχουν πειστεί ότι συνέβαλε στο εντυπωσιακό αναποδογύρισμα του αποτελέσματος της 8ης Οκτωβρίου και το έντονα πολιτικό κλίμα το οποίο δημιουργήθηκε στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στους δύο γύρους. «Αν ήταν ένας μέτριος δήμαρχος χωρίς να υπάρχει η υπερβολική πολιτικοποίηση και κομματικοποίηση, μάλλον θα κέρδιζε», εκτιμά έμπειρος πολιτικός αναλυτής.
Η στρατηγική της έντασης που ακολούθησε η ΝΔ, η οποία έφερε την αντίδραση στο ενδεχόμενο ενός ακόμη μονόχρωμου εκλογικού χάρτη – που θα χρησιμοποιείτο ως απόδειξη της γαλάζιας κυριαρχίας – προκάλεσε και στην πρωτεύουσα μια δημοψηφισματικού χαρακτήρα κατάσταση. Ετσι, η ήττα του Μπακογιάννη ήταν και απόρροια της ανάγκης της πλειοψηφίας όσων προσήλθαν στα εκλογικά τμήματα να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους με την κυβέρνηση – η βόλτα στην πλατεία Βικτωρίας, η οποία συμπεριλήφθηκε στο πρωθυπουργικό πρόγραμμα των περιοδειών στήριξης υποψηφίων του κυβερνώντος κόμματος αναιρεί το επιχείρημα εκείνων που ισχυρίζονται στα κανάλια ότι έχασε ο δήμαρχος, όχι η ΝΔ.
Σε όλα τα παραπάνω πρέπει κανείς να συνυπολογίσει και πιο πεζές παραμέτρους. Ο εφησυχασμός της νεοδημοκρατικής βάσης εξαιτίας της σχεδόν χαοτικής διαφοράς με τον δεύτερο του πρώτου γύρου, καθώς και η εκλογή του Νίκου Χαρδαλιά από την πρώτη Κυριακή στέρησαν από την παράταξη «Αθήνα Ψηλά» μερικές χιλιάδες γαλάζιες ψήφους. Ούτε η ΝΔ, ούτε ο υποψήφιός της κατάφεραν να κινητοποιήσουν αρκετούς νεοδημοκράτες.