Οι πρόσφατες αναβαθμίσεις της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα χαιρετίστηκαν από τις χρηματοπιστωτικές αγορές. Ομαλοποιούν τη χρήση των ελληνικών κρατικών ομολόγων ως εξασφάλιση στις πράξεις αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και το πιο σημαντικό μειώνουν το κόστος της πίστωσης, προς όφελος των πολιτών της χώρας, κάτι που είναι ιδιαίτερα ευπρόσδεκτο σε μια περίοδο μεγάλου πληθωρισμού με υψηλότερα επιτόκια.

Οι χρηματοπιστωτικές αγορές κάνουν μια σημαντική διάκριση μεταξύ εκδοτών ομολόγων χαμηλού και υψηλού κινδύνου –όσο χαμηλότερος είναι ο κίνδυνος, τόσο περισσότερο οι επενδυτές εμπιστεύονται αυτούς τους εκδότες.

Οσο υψηλότερη είναι η αξιολόγηση, τόσο πιο εύκολο και φθηνότερο είναι για την Ελλάδα να δανειστεί από τις αγορές. Αν η Ελλάδα μπορεί να δανειστεί φθηνότερα, το ίδιο μπορούν και οι ελληνικές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά.

Η αξιολόγηση αυτή και το κόστος χρηματοδότησης συχνά χρησιμεύουν ως σημείο αναφοράς για την ιδιωτική χρηματοδότηση που αντλείται από τράπεζες και εταιρείες στη χώρα.

Ετσι, η αναβάθμιση θα επιτρέψει επίσης στον ιδιωτικό τομέα να επωφεληθεί από το μειωμένο και λιγότερο ασταθές κόστος χρηματοδότησης. Αυτό σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις θα μπορούσαν να γίνουν πιο κερδοφόρες, ανθεκτικές και σταθερές. Το μειωμένο κόστος χρηματοδότησης για τις τράπεζες μπορεί να μεταφραστεί για τα νοικοκυριά σε χαμηλότερες πληρωμές τόκων, μεγαλύτερη δύναμη δαπανών και μειωμένο κόστος πρόσβασης σε πίστωση.

Η αναβάθμιση σε επενδυτική βαθμίδα αυξάνει επίσης τη δεξαμενή των πιθανών επενδυτών που μπορούν να αγοράσουν τα ελληνικά ομόλογα. Η υψηλότερη βαθμολογία μπορεί να ξεκλειδώσει μια ευρύτερη επενδυτική βάση από την οποία η χώρα αποκλείστηκε για 13 χρόνια. Για παράδειγμα, πολλά από τα μεγαλύτερα διεθνή συνταξιοδοτικά και επενδυτικά ταμεία στον κόσμο δεν μπορούν να αγοράσουν τίποτα κάτω από την επενδυτική βαθμίδα.

Αυτό το νέο καθεστώς επιτρέπει επίσης την ένταξη της χώρας σε περισσότερους δείκτες παγκόσμιων αγορών, γεγονός που ενισχύει την πρόσβαση της Ελλάδας στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Πολλοί μεγάλοι διεθνείς επενδυτές χτίζουν τα χαρτοφυλάκια κρατικών ομολόγων τους με αναφορά σε διεθνείς δείκτες: η συμμετοχή σε αυτούς μπορεί να τονώσει τη ζήτηση για ελληνικά κρατικά ομόλογα.

Ως χώρα επενδυτικής βαθμίδας, η Ελλάδα μπορεί πλέον να προσελκύσει περισσότερα ξένα κεφάλαια με θετικό αντίκτυπο στην οικονομία και την αναπτυξιακή της ικανότητα.

Ενα άλλο αποτέλεσμα του καθεστώτος επενδυτικής βαθμίδας είναι ότι επιτρέπει στην ΕΚΤ να αντιμετωπίζει την Ελλάδα όπως όλες οι άλλες χώρες της ζώνης του ευρώ στις πράξεις αναχρηματοδότησης και νομισματικής πολιτικής της. Η ΕΚΤ δέχεται ως εγγύηση εκείνα τα ομόλογα που αξιολογούνται με επενδυτική βαθμίδα από έναν από τους τέσσερις μεγαλύτερους οίκους αξιολόγησης.

Η ΕΚΤ χορήγησε εξαίρεση σε ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου αφού η χώρα έχασε το καθεστώς της επενδυτικής βαθμίδας. Χάρη στις αναβαθμίσεις σε επενδυτική βαθμίδα, η ένταξη των ελληνικών ομολόγων σε τέτοιες πράξεις κανονικοποιείται και δεν υπόκειται πλέον στην απόφαση εξαίρεσης της ΕΚΤ.

Οι Paolo Fioretti, Lluis Sanchis i Herrero, Jürgen Klaus είναι οικονομολόγοι αναλυτές του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (European Stability Mechanism ή ESM). Το άρθρο είναι περίληψη του κειμένου που αναρτήθηκε στην ενότητα Blogs του ESM