Με την όξυνση στη Γάζα να είναι επί θύραις γεννιέται το ερώτημα πόσο μπορούμε να αντέξουμε τις σοβαρές συνεχόμενες κρίσεις. Εχουμε τις οικονομικές δυνατότητες να αντεπεξερχόμαστε σ’ αυτές; Η Covid αύξησε τα ελλείμματα και εξάντλησε τις ψυχολογικές αντοχές μας, το ενεργειακό – πληθωριστικό μάς έκανε φτωχότερους, ο πόλεμος στην Ουκρανία και τη Γάζα έπληξε την ηθική οπτική με την οποία βλέπουμε κυβερνήσεις και ανθρώπους. Βέβαια στο υπόβαθρο του ενεργειακού – πληθωριστικού κύματος αλλά και στην επιθετικότητα του κακού βρίσκεται ο ανεξέλεγκτος ενδυναμωμένος απολυταρχισμός και η έλλειψη ορθολογισμού και κατανόησης στην ύπαρξη χρόνιων προβλημάτων (εθνικισμός, Παλαιστινιακό). Τέλος, η κλιματική αλλαγή αυξάνει το δημοσιονομικό βάρος και τον πληθωρισμό των τροφίμων. Ολα αυτά κάνουν τον πολίτη δύσπιστο στις θεσμικές δομές, τους πολιτικούς και την πολιτική αφού από εκεί ψάχνει τις λύσεις.
Εχουμε τονίσει ότι ο πόλεμος στη Γάζα θα γίνει παγκόσμια οικονομική απειλή μέσω των τιμών των ενεργειακών πόρων όταν επηρεαστεί ο τρόπος μεταφοράς τους και οξυνθεί η σύγκρουση ΗΠΑ και αραβικού κόσμου και ιδιαιτέρως με το Ιράν.
Παρότι το βασικό σενάριο εξέλιξης δεν περιλαμβάνει αυτή την προοπτική, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι έτσι θα εξελιχθούν τα πράγματα. Η τυχαιότητα και οι επιμέρους παρεμβάσεις μπορεί να παίξουν σοβαρό ρόλο. Εξάλλου υπάρχουν δυνάμεις και στο Ισραήλ και στη Χαμάς που δεν επιδιώκουν την εξομάλυνση, ενώ συγχρόνως το εσωτερικό πολιτικό σκηνικό στις ΗΠΑ (με την απίστευτη αδυναμία τους να εκλέξουν πρόεδρο στη Βουλή τους) δεν δίνει αισιόδοξα σήματα.
Εάν όμως ξεσπάσει η κρίση, πρώτα απ’ όλα η παγκόσμια αβεβαιότητα θα μεγεθυνθεί πολύ περισσότερο. Η Ελλάδα βρίσκεται πολύ κοντά στο επίκεντρό της και η Τουρκία δεν έχει πάρει το μέρος της δυτικής οπτικής των πραγμάτων. Συνεπώς εκ των πραγμάτων βρισκόμαστε σε δύο αντίθετες και διαφορετικές πλευρές για την επίλυση του προβλήματος. Παράλληλα η Τουρκία οδεύει σε ύφεση μετά την αναγκαστική αλλά πρωτοφανή αύξηση των επιτοκίων σε μία οικονομία όπου η κυβέρνηση πρακτικά έχει χάσει τον έλεγχό της. Εκ των πραγμάτων λοιπόν έχει χάσει αξιοπιστία και η πιθανότητα να έχει έναν μη εποικοδομητικό ρόλο στην περιοχή έχει αυξηθεί.
Η αβεβαιότητα θα πάρει κυρίως τη μορφή διατάραξης των επενδυτικών ροών ενώ συγχρόνως η αύξηση του ενεργειακού κόστους θα επιβαρύνει το επίπεδο διαβίωσης. Τελικά η προσοχή μας πέφτει στη δημοσιονομική ισορροπία μας. Συνειδητοποιούν μήπως τώρα οι υποστηρικτές της οριζόντιας περικοπής των φόρων πόσο λάθος ήταν οι σκέψεις τους, σε μία αντιπολιτευτική διάθεση χωρίς αύριο, όταν το αύριο μπορεί να είναι πολύ άσχημο; Και ποιος μας υποσχέθηκε ότι ο πόλεμος στη Γάζα θα είναι η τελευταία κρίση;
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος (ταμειακή βάση) το πρωτογενές πλεόνασμα του προϋπολογισμού Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου εκτινάχθηκε στα 5,2 δισ. ευρώ έναντι 16 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο πέρυσι! Από κοντά και η υπεραπόδοση της οικονομίας γύρω στο 2%. Μόνο αυτές μπορεί να είναι καλές ασφάλειες για να αντέξουμε στη νέα καταιγίδα, εάν αυτή βέβαια έχει «λογικό» μέγεθος και δεν είναι «Daniel». Αρκεί και οι πολίτες να προετοιμαστούν αναλόγως.
Ο Παναγιώτης Ε. Πετράκης είναι ομότιμος καθηγητής ΕΚΠΑ