Η υπόθεση «οίκοι αξιολόγησης» για την ελληνική οικονομική ιστορία εδώ και πολλά χρόνια χαρακτηρίζεται από κακό χρονισμό. Ισως το μικρό μέγεθος της χώρας. Το μειωμένο ως εκ τούτου οικονομικό ενδιαφέρον τους. Το ότι γεωγραφικά είμαστε σε αυτή την όμορφη αλλά απομακρυσμένη από το ευρωπαϊκό κέντρο γωνιά. Σταθερά καταγράφεται μια χρονική υστέρηση σε όσα καλά ή κακά συμβαίνουν στην οικονομία, σε σχέση με τις αντιδράσεις τους.
Η Ελλάδα για παράδειγμα βάσει του ΑΕΠ της, του κόστους δανεισμού και της διαφοράς (spread) των επιτοκίων της από τις μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες βρίσκεται τουλάχιστον εδώ και μία διετία σε πραγματικά επίπεδα αυτά που αναγνωρίζουν οι αγορές, δύο και τρεις κατηγορίες πάνω από την επενδυτική βαθμίδα. Η Ιταλία, μια χώρα με αξιολόγηση δύο βαθμίδων πάνω από την επενδυτική, δανείζεται με επιτόκιο πάνω από 5% για ένα δεκαετές ομόλογο. Εμείς, με 4,4%. Μόλις ωστόσο την περασμένη Παρασκευή βρέθηκε ο πρώτος από τους μεγάλους οίκους αξιολόγησης, η Standard & Poor’s, για να μας ανεβάσει το αξιόχρεο στις επενδύσιμες από τα «μεγάλα πορτοφόλια» οικονομίες. Καλώς τηνε κι ας άργησε. Αλλά άργησε πολύ. Οπως το ίδιο είχε γίνει και όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά. Και τότε ετεροχρονισμένα αποφάσισε να παρέμβει.
Παιχνίδι της μοίρας, ότι στις 9 Ιανουαρίου του 2009 πάλι ο ίδιος οίκος, η S&P, ήταν ο πρώτος που… θυμήθηκε την Ελλάδα και την υποβάθμισε, ξεκινώντας το γαϊτανάκι των συνολικά 33 υποβαθμίσεων από όλους τους οίκους που έριξαν τα ελληνικά ομόλογα στην κατηγορία «σκουπίδια». Πριν από εκείνο το γεγονός η S&P είχε ασχοληθεί με την Ελλάδα τον Νοέμβριο του 2004 και ας είχε μεσολαβήσει μια πενταετία κατά την οποία είχαμε περάσει μια παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση και μια διακυβέρνηση (Καραμανλή) που είχε εκτοξεύσει τις πρωτογενείς δαπάνες σε δυσθεώρητα επίπεδα, εκτροχιάζοντας πλήρως τα δημοσιονομικά.
Ακόμα ωστόσο και αν παρεμβαίνει με καθυστέρηση, όταν τελικά το κάνει, ένας τόσο μεγάλος οίκος στον οποίο δίνουν τόση σημασία οι αγορές, αυτό κάτι σημαίνει. Πρέπει να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη. Το ενδιαφέρον, δηλαδή, είναι πώς θα λειτουργήσει η παρασκευιάτικη απόφαση της S&P στο κυβερνητικό έργο. Τότε, το 2009, η υποβάθμιση δεν πτόησε την κυβέρνηση Καραμανλή. Δεν της έδωσε καμία σημασία. Οχι μόνο δεν πήρε μέτρα σταθεροποίησης της οικονομίας, αλλά προχώρησε σε μπαράζ παροχών, έκτακτων επιδομάτων και προσλήψεων (60.000 ανέργους στο Δημόσιο).
Τώρα o S&P στέλνει μήνυμα στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Το λέει ξεκάθαρα στο κείμενο που συνοδεύει την αναβάθμιση. «Η σαφής εντολή και αποφυγή ενός δυνητικά ασταθούς συνασπισμού επιτρέπει στην κυβέρνηση να συνεχίσει τις μεταρρυθμιστικές της προσπάθειες». Της λέει ότι «το εκλογικό αποτέλεσμα δίνει εντολή για τη συνέχιση της πολιτικής των μεταρρυθμίσεων». Αυτό περιλαμβάνει πέραν της μείωσης του χρέους και της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος, μεταρρυθμίσεις στα συστήματα Δικαιοσύνης και Υγείας, μεταξύ άλλων προσπαθειών για την ενίσχυση της ελληνικής ανταγωνιστικότητας.
Ο οίκος λέει στην κυβέρνηση Μητσοτάκη ότι μπορεί να τα κάνει όλα αυτά. Και αν συμβούν, τότε η S&P θα τα επιβραβεύσει. Αρα η υπόθεση είναι στο χέρι της και ο δρόμος ανοιχτός. Το ερώτημα που πρέπει να απευθύνει ξανά στον εαυτό της είναι αν θα τολμήσει να κυβερνήσει…