Παρά το γεγονός ότι στις αρχές του 21ου αιώνα το Παλαιστινιακό ως διεθνές ζήτημα είχε ατονήσει, η υπέρμετρη απάντηση του Ισραήλ στις πρόσφατες αιματηρές επιθέσεις της Χαμάς έφερε στην επιφάνεια σειρά προκλήσεων για την επόμενη μέρα του παλαιστινιακού ζητήματος και για τη σταθερότητα των σχέσεων του Ισραήλ με τα κράτη της Μέσης Ανατολής.
1. Η πρώτη πρόκληση αφορά την ασφάλεια του Ισραήλ και τη βιωσιμότητά του. Γίνεται πλέον σύγκριση με τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ του 1973, όταν το Ισραήλ κινδύνεψε για πρώτη φορά να βρεθεί στην πλευρά των ηττημένων της σύρραξης. Παρά το ότι οι δυνάμεις της Χαμάς δεν έχουν την ικανότητα να καταλύσουν το ισραηλινό καθεστώς, στην πράξη, το αφήγημα της υπεροπλίας και του απυρόβλητου του Ισραήλ έχει διαταραχθεί, ενώ εκτιμάται ότι θα πρέπει να παρέλθει τουλάχιστον μία δεκαετία για να αποκατασταθεί.
2. Η δεύτερη πρόκληση συνίσταται στην εύρεση πολιτικής βούλησης από τις δύο πλευρές για την αποκλιμάκωση και τον αφοπλισμό της σύγκρουσης, καθώς και για τη διαπραγμάτευση για μια μελλοντική λύση του ζητήματος. Οι απόψεις διίστανται αναφορικά με τη νομιμοποίηση τόσο της Χαμάς στη Λωρίδα της Γάζας όσο και της Φατάχ στη Δυτική Οχθη, ως εκπροσώπου των Παλαιστινίων, ενώ παράλληλα η κυβέρνηση Νετανιάχου δεν δείχνει διατεθειμένη να αντιστρέψει τη στάση της έναντι των εποικισμών, του καθεστώτος αποκλεισμού της Γάζας ή της ανάδειξης ακραίων εθνικιστικών ισραηλινών ρευμάτων στη Δυτική Οχθη. Στην ουσία, το ζήτημα αποκρυσταλλώνεται στη σύγκρουση των αφηγημάτων των δύο πλευρών: της χειραφέτησης των Παλαιστινίων έναντι της διαιώνισης του Ισραήλ όπως αυτό επικράτησε από το 1967 και μετά, με την παράνομη κατοχή της Λωρίδας της Γάζας, των Υψωμάτων του Γκολάν και της Δυτικής Οχθης.
3. Η τρίτη πρόκληση εντοπίζεται στην παθητική στάση των δυνάμεων στην ισραηλινή περιφέρεια, οι οποίες είχαν προσπαθήσει να διαδραματίσουν στο παρελθόν έναν ρόλο προστάτη του παλαιστινιακού λαού. Σήμερα, η Αίγυπτος αποτελεί – για πάνω από τρεις δεκαετίες – συνέταιρο του Ισραήλ, ενώ η Συρία βρίσκεται σε διαδικασία εξόδου από συνθήκες εμφυλίου πολέμου. Το γεγονός ότι η Τουρκία διατηρεί ιδιαίτερα συγκρατημένη στάση έναντι της έκρυθμης κατάστασης – σε σχέση με τα προηγούμενα έτη – αιτιολογείται στην πρόσφατη επαναπροσέγγισή της με τις ΗΠΑ και το Ισραήλ.
4. Η τέταρτη πρόκληση αφορά το αναμενόμενο πάγωμα τόσο της επιτυχημένης πολιτικής ομαλοποίησης των σχέσεων του Ισραήλ με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Μαρόκο και το Μπαχρέιν όσο και των διαπραγματεύσεων με τη Σαουδική Αραβία. Το Ριάντ μαζί με το Αμπου Ντάμπι είχαν επενδύσει την προηγούμενη πενταετία σε μια δραστήρια εξωτερική πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο και θα είναι δύσκολο να παραμείνουν – τουλάχιστον σε πολιτικό επίπεδο – αμέτοχοι. Επιπρόσθετα, η αποκλιμάκωση των σχέσεων μεταξύ Τεχεράνης και Ριάντ κατά τη διάρκεια του 2023 δεν μπορεί παρά να ανησυχεί το Ισραήλ εν όψει των νέων δεδομένων και της προγραμματισμένης χερσαίας εισβολής στη Γάζα.
Εντούτοις, ανεξαρτήτως της αναμενόμενης έκβασης των συγκρούσεων, ουσιαστικός νικητής ή ηττημένος δεν θα υφίσταται, αλλά το Παλαιστινιακό θα έχει επιστρέψει από την αδράνεια ως το κυρίαρχο μεσανατολικό ζήτημα, τόσο σε εσωτερικό όσο και σε διακρατικό επίπεδο.
Ο δρ Σταύρος Δρακουλαράκος είναι διευθυντής Εκδοσης στο Κέντρο Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών (ΚΕΜΜΙΣ)