Η ιστορία του ελαιολάδου θα μπορούσε να είναι η ιστορία της Ελλάδας. Πάντα είχε μεγάλες προοπτικές, καλή ποιότητα και σημαντική προστιθέμενη αξία, αλλά ποτέ δεν έτυχε της αξιοποίησης που του άξιζε. Αντίθετα, όπως και η Ελλάδα, χαρακτηριζόταν από κακοδιαχείριση, μειωμένη προσπάθεια και πολλή παραβατικότητα. Οπως σε όλα τα ζητήματα στην Ελλάδα, η τελευταία πάντα κερδίζει. Οι νόμοι απλώς υπάρχουν, χωρίς να τηρούνται. Στην περίπτωση του ελαιολάδου, διαπιστωνόταν επί δεκαετίες ότι η διακίνηση χύμα ανώνυμου προϊόντος αποτελούσε κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και τα δημόσια οικονομικά. Ανθρωποι κατέληγαν στα νοσοκομεία εξαπατημένοι από τον «γνωστό του γνωστού» και ελάχιστα χρήματα κατέληγαν στα δημόσια ταμεία, καθώς διακινούνταν οι μεγαλύτερες ποσότητες στην αγορά της «μαύρης» οικονομίας. Οποιος έβρισκε την ευκαιρία ειδικά σε περιόδους ανόδου της τιμής να βγάλει κατιτίς παραπάνω με τη νοθεία του προϊόντος, που κανείς δεν μπορούσε να αποδείξει ότι είναι δικό του, το έκανε. Ολα γίνονταν στο όνομα του ανώνυμου καλού ελαιοπαραγωγού, ο οποίος γνωρίζοντας δήθεν τα «μυστικά» παρήγε το καλύτερο λάδι. Σε πάνω από μισό δισεκατομμύριο ευρώ υπολογίζεται ο μαύρος τζίρος του ελαιολάδου αυτού του «καλοκάγαθου» συμπατριώτη μας. Πάνω από 70 εκατ. ευρώ τα χαμένα φορολογικά έσοδα μόνο από ΦΠΑ.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ