Τη στιγμή που κατέβαινε τα σκαλιά του εστιατορίου, με τη λεπτεπίλεπτη σιλουέτα της να τονίζει ένα λευκό πανωφόρι, το οποίο ερχόταν σε αντίθεση με τα μακριά μαύρα μαλλιά της δύσκολα οι υπόλοιποι θαμώνες θα πίστευαν πως είναι η ίδια γυναίκα που στην καθημερινότητα της δίνει μάχες με το ατσάλι έως ότου το δαμάσει για να δώσει στα γλυπτά της την υπερμεγέθη συνήθως μορφή που έχει πρώτα σχεδιάσει στο χαρτί. Τα χέρια της, που τα παρατηρώ καθώς αγγίζει το ποτήρι του κρασιού, δεν έχουν κανένα σημάδι, ούτε μία αμυχή. Παράξενο για μια γλύπτρια που μέχρι και λίγες ημέρες πριν από το ραντεβού μας βρισκόταν επί καθημερινής βάσης στο χυτήριο για να ολοκληρώσει ένα μεγάλης κλίμακας έργο της. Ανέβαινε στον γερανό κάθε τόσο για να επιβλέψει από απόσταση την εξέλιξή του. Και επενέβαινε όπου χρειαζόταν για να κάνει αλλαγές και διορθώσεις. «Πράγματι», σχολιάζει με τη χαρακτηριστικά χαμηλή φωνή της. «Δεν ξέρω πώς έτυχε τώρα. Συνήθως έχω πληγωμένα χέρια, τα χτυπάω συχνά». Και όπως φαίνεται κι εκείνα είναι μαθημένα από τότε που ήταν παιδί, παρά τις όποιες κακουχίες, να τη βοηθούν να ικανοποιεί τις ατέρμονες αναζητήσεις της: να γυρίζουν με πάθος τις σελίδες των λεξικών για να εντοπίσει την καταλληλότερη λέξη για τα κείμενά της, να σχεδιάζουν και να ζωγραφίζουν, αλλά και να υλοποιούν όλα εκείνα τα γλυπτά – μικρά ή μεγαλύτερα – που έκαναν την υπογραφή της αναγνωρίσιμη και στις δύο ακτές του Ατλαντικού.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ