Η σημερινή συζήτηση στη Βουλή για τη Θεσσαλία προσφέρεται για σοβαρό διάλογο ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αντιπολίτευση, ακόμα κι αν η δεύτερη μοιάζει να έχει άλλα ζητήματα με τα οποία ασχολείται αυτές τις μέρες.
Πέραν του επικοινωνιακού του πράγματος, η υλοποίηση των πρωτοβουλιών για την ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας, του Εβρου και την αντιμετώπιση της περιβαλλοντικής κρίσης είναι ίσως το μεγαλύτερο στοίχημα για το Μέγαρο Μαξίμου.
Η Ελλάδα είναι μια μεσογειακή χώρα, που αναπόφευκτα θα βρεθεί μπροστά σε παρόμοιους κινδύνους και θα πρέπει να έχει το know-how για την πρόληψη, την προστασία των πληθυσμών και ανακούφιση των πληγέντων. Και σ’ αυτό πρέπει να συμβάλουν όλοι. Ο καθένας με τον τρόπο του.
Η Θεσσαλία όμως είναι κάτι παραπάνω, ένα είδος ηθικής εκκρεμότητας. Η κυβέρνηση έχει υποχρέωση να επιταχύνει την ανασυγκρότησή της – και όχι μόνο γιατί η περιφέρεια αυτή αποτελεί τον ομφαλό της πρωτογενούς παραγωγής στη χώρα.
Εχει υποχρέωση στους ανθρώπους που χάθηκαν άδικα από μια κακοκαιρία που ήταν μεν πρωτόγνωρη, αλλά βρήκε τον κρατικό μηχανισμό απροετοίμαστο, χαμένο σε μια δαιδαλώδη γραφειοκρατία που συνεχίστηκε και τις μέρες μετά την καταστροφή.
Κυρίως έχει ευθύνη απέναντι σε εκείνους που έμειναν πίσω, είδαν τα σπίτια τους να βουλιάζουν στη λάσπη και σκέφτονται ακόμα και τη μετεγκατάσταση ολόκληρων χωριών σε άλλες περιοχές, για να γλιτώσουν από τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
Είναι οι ίδιοι που χρειάζονται τις αποζημιώσεις για να μπορέσουν να ορθοποδήσουν, καθώς η διαδικασία των διασταυρώσεων συνεχίζεται.