Στα αντιπροσωπευτικά πολιτεύματα ισχύει η αρχή της ελεύθερης εντολής του βουλευτή, σε αντίθεση προς τα καθεστώτα του (πρώην) υπαρκτού σοσιαλισμού στην Ανατολική Ευρώπη, όπου προβλεπόταν η δέσμευση του βουλευτή από τις κατευθύνσεις τις οποίες του έδιναν τυπικά οι ψηφοφόροι και κατ’ ουσία το κυρίαρχο (κομμουνιστικό) κόμμα, όπως επίσης και η δυνατότητα ανάκλησής του. Ετσι το άρθρο 60 του ελληνικού Συντάγματος προβλέπει ότι οι βουλευτές έχουν απεριόριστο το δικαίωμα της γνώμης και ψήφου κατά συνείδηση και ότι η παραίτηση από το αξίωμά του είναι δικαίωμα του βουλευτή, με την υποβολή σχετικής γραπτής δήλωσής του στον Πρόεδρο της Βουλής. Εξυπακούεται ότι η δήλωση αυτή υποβάλλεται μόνο σε ενεστώτα χρόνο και δεν μπορεί να συνοδεύεται από όρους ή προϋποθέσεις, διότι διαφορετικά η παραίτηση μετατρέπεται από δικαίωμα σε υποχρέωση (εάν π.χ. ένα πολιτικό κόμμα έχει αποσπάσει εκ των προτέρων υπεύθυνες δηλώσεις των υποψηφίων βουλευτών του ότι δεσμεύονται να παραιτηθούν αν ανεξαρτητοποιηθούν ή αν το κόμμα τους διαγράψει, ως προϋπόθεση για να συμπεριληφθούν στους συνδυασμούς του).
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ