Φαίνεται πως όσο περνούν τα χρόνια τόσο περισσότερο αναπόφευκτη γίνεται η αναφορά στον Γιάννη Τσαρούχη, σε σκέψεις που είπε και έγραψε, αν και ο ίδιος παρατηρώντας την αναφορά αυτή να γίνεται καθεστώς ενόσω ζούσε, έλεγε: «Στο μέλλον θα λογαριάζομαι μάλλον ως ένα είδος Νασρεντίν Χότζα, τι δηλαδή έχω ή δεν έχω πει σε σχέση με όσα μου αποδίδονται». Η φράση του όμως «αγαπώ τη Μαρία Κάλλας και τη Σωτηρία Μπέλλου και δεν αισθάνομαι καθόλου διχασμένος γι’ αυτό», έχοντας κάνει τον γύρο, αφότου δημοσιεύτηκε, σε έντυπα και ιδιωτικές συζητήσεις, στάθηκε λυτρωτική για μυριάδες ανθρώπους που απέκρυπταν «δευτεροκλασάτες» καλλιτεχνικές επιλογές μη τυχόν και παρεξηγηθούν. Οπως ακριβώς και με την επιθεώρηση. Με τον ίδιο τον Τσαρούχη να έχει ομολογήσει πως η αγάπη του για το θέατρο και η επαγγελματική με αυτό απασχόλησή του – είχε κάνει σκηνικά και κοστούμια για περισσότερες από τριακόσιες παραστάσεις – δεν θα είχε υπάρξει αν σε ηλικία επτά χρόνων, στα 1916, δεν είχε δει την επιθεώρηση «Ξιφίρ Φαλέρ» με σκηνικά και κοστούμια του μέγιστου Πάνου Αραβαντινού. Αλλά και αν ακόμα δεν υπήρχε η μαρτυρία του Γιάννη Τσαρούχη καθώς και μια σειρά από πολύ σημαντικά συνηγορητικά κείμενα όσον αφορά την επιθεώρηση μεγάλων θεατρανθρώπων – εξαιρείται ο Αλέξης Μινωτής ως μια ειδική περίπτωση, αφού όσο αρνητική ήταν η γνώμη του για την επιθεώρηση άλλο τόσο ήταν και για την αρχαία κωμωδία – δεν θα ήταν δυνατόν σε μια εποχή όπως η δική μας, με τόσα γεγονότα να προσφέρονται για σάτιρα, να μη μας εντυπωσιάζει βαθιά η σχεδόν έκλειψη της επιθεώρησης από τις θεατρικές σκηνές. Σε όλα τα είδη του θεάματος, όπως άλλωστε και σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, υπάρχει μια συνέχεια ώστε οποιαδήποτε διακοπή να δημιουργεί έναν προβληματισμό όσον αφορά ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις. Μέσα στα είκοσι έξι χρόνια που έχουν μεσολαβήσει από το 1997, όταν ανέβηκε δηλαδή στο Εθνικό Θέατρο η επιθεώρηση των Σταμάτη Φασουλή, Μιχάλη Ρέππα και Θανάση Παπαθανασίου «Βίρα τις άγκυρες», έχουν συμβεί στην πολιτική ιδίως σκηνή γεγονότα τόσο ανανεούμενα καταιγιστικής υφής ώστε σχεδόν να ακυρώνουν κάθε πρόθεση να τα σατιρίσει κανείς, από την άλλη όμως η ίδια αυτή επιθεώρηση με το να έχει αναδείξει τη λάμψη της επιθεώρησης όπως αυτή παιζόταν τα προπολεμικά και τα μεταπολεμικά χρόνια, προεξοφλούσε μια διαφορετική ως τις ημέρες μας συνέχεια. Τι συνέβη λοιπόν;
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ