Ο Ντελόρ πέθανε, ο Βασίλης Καρράς πέθανε, κι ο Σόιμπλε, πάει, συχωρέθηκε κι αυτός. Ο πρώτος μας τα έδινε για να τα δίνουμε εμείς στον δεύτερο και να μας τα ζητάει μετά ο τρίτος. Αυτή ήταν η αλληλουχία που έφτιαξε την ευφορική Ελλάδα των περασμένων δεκαετιών, κι όποιος έχει αντίρρηση ας έρθει εδώ να τα ξαναλογαριάσουμε. Οχι πως ο Καρράς δεν τ’ άξιζε τα λεφτά του. Κάθε άλλο. Ενα τέτοιο καλοκάγαθο χαμόγελο σε συσκευασία XXL, και μια φωνή σπηλαιώδης και τόσο αρσενική που να σε ψαρώνει, να σου επιβάλλεται, να σε στηλώνει. Ναι, να σε στηλώνει. Γιατί νομίζετε ότι γέμιζαν οι αρένες με γλυστερά, τσαλαπατημένα γαρύφαλλα; Για να πάει ο κόσμος ν’ ακούσει μουσική; Σας γελάσανε. Πάνε αιώνες που αυτοί οι χώροι έχουν πάψει να αποτελούν αντικείμενο κοινωνιολογικής παρατήρησης, κι ο όσιος Κωστής Παπαγιώργης, μας γύρισε κι αυτός την πλάτη, να τα βγάλουμε πέρα μόνοι μας. Η μουσική πάντως έπαιζε τον τελευταίο ρόλο. Ορχηστρικά ραπίσματα που ενισχύουν την λειτουργία της αιθανόλης στον εγκέφαλο και τραγουδιστές που με πρότερον έντιμο βίο τις στουντιακές τους επιδόσεις, σπανίως μπαίνουν στον κόπο να πουν ζωντανά ένα ρεφραίν, παρά στρέφουν το μικρόφωνο (δικό σας!), επιτρέποντας στα πλήθη να βακχέψουν και διαδηλώσουν τον νταλκά τους. Και ψευτονταλκά δεχόμεθα, αρκεί να μπείτε στο πετσί του ρόλου. Ευκολάκι.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ