Πρέπει να ήταν Ιούνιος του 1966. Ημουν ακόμη μαθητής της νύχτας στο νυχτερινό λύκειο στη Νίκαια, ενώ εργαζόμουν την ημέρα στα ναυπηγεία (Αναστασιάδη – Τσορδανίδη) στο Πέραμα (λίγο μετά, τον Ιούλιο 1966, άρχισα την άσκησή μου στη δημοσιογραφία στα «ΝΕΑ» δίπλα στους Α. Στάγκο, Μ. Παπάζογλου, Λίνα Αλεξίου, στα εκπαιδευτικά θέματα – στην ιστορική στήλη «Νέα Γενιά»). Ημουν όμως και ενεργό μέλος της Νεολαίας Λαμπράκη στη Νίκαια (υπό τον Γ. Μασσαβέτα) και είχα αναπτύξει στενή σχέση με τον Μ. Θεοδωράκη που τότε σύχναζε πολύ στη Νίκαια καθοδηγώντας τους Λαμπράκηδες. Με τον Θεοδωράκη οι συζητήσεις ήσαν για την πολιτική βέβαια, αλλά πολύ περισσότερο για τον πολιτισμό, τη μουσική και την ποίηση, με κύριο άξονα τα έργα του πάνω στην ποίηση των Γ. Ρίτσου («Επιτάφιος»), Γ. Σεφέρη («Επιφάνια») και Οδ. Ελύτη («Αξιον Εστί»). Η πιο επαναστατική πράξη, έλεγε, είναι η γραφή ενός ποιήματος ή μιας μουσικής που να συγκινεί τον λαό. Που να τον κάνει πιο ευαίσθητο, ονειροπόλο και συνειδητοποιημένο. Οι ποιητές και οι μουσικοί είναι προφήτες, «βλέπουν το μέλλον» («εξόριστε Ποιητή στον αιώνα σου, λέγε, τι βλέπεις;» – Οδ. Ελύτης). Και όταν ενώσουν τις δυνάμεις τους μπορούν να δημιουργήσουν επανάσταση. Αποκαλύπτουν «την αλληλουχία των κρυφών νοημάτων».
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ