Συχνά με απασχόλησε με πόση άνεση, χωρίς θεωρητικές απόψεις, το θέατρό μας, στην εξέλιξή του μέσα στα χρόνια, με τόση διαφορετική κάθε φορά φόρτιση των γεγονότων και των εκτιμήσεων, περνούσε από τη μια μορφή στην άλλη. Για σκεφτείτε πώς ένας λαός, χωρίς διακοπές πολιτιστικής πορείας, πέρασε από τον Ομηρο, τον Αισχύλο και τον Ευριπίδη στα λαϊκά δρώμενα στο Βυζάντιο, στον έρωτα για τους ευρωπαίους κλασικούς, στον Ψυχάρη, στον Ξενόπουλο, στον Μελά, ύστερα στον Καμπανέλλη ως τον Μάτεσι και παράλληλα δίπλα στον Αριστοφάνη, τις λαϊκές κωμωδίες του Σακελλάριου και των έξοχων συγχρόνων του λαϊκών δραματουργών, ενώ, ταυτόχρονα, προσαρμοζόταν και η υποκριτική γλώσσα, το ήθος της, το ύφος της, η λαϊκή της καταγωγή που έγινε επίσημη θεατρική γλώσσα με διεθνή αναγνώριση, ως αυθεντική έκφραση του λαϊκού ύφους, ήθους και σκεπτικού.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ