Ενα χάρισμα της αρχαιολογικής έρευνας είναι ότι ακόμα και αν κάτι είναι ξεχασμένο από την Ιστορία και χωμένο βαθιά στην ιστορική λήθη, η ανασκαφή μπορεί να το φέρει στο φως και να το αναστήσει. Η ανακάλυψη ενός στρώματος καταστροφής, ενός σωρού δηλαδή από χώματα, θραύσματα από κεράμους, λίθους, στάχτες και καμένα οστά, υποδηλώνει εκείνη τη στιγμή της ιστορίας ενός τόπου που ο χρόνος σταματά απότομα, παγώνει εξαιτίας μιας βίαιης πράξης, μιας εχθρικής εισβολής, μιας μάχης, ενός σεισμού, μιας φωτιάς. Οι Αχαιοί κατέστρεψαν την Τροία τον 13ο π.Χ. αιώνα, ο Σύλλας κατέστρεψε τον Πειραιά το 86 π.Χ., ο Μακεδόνας Αλέξανδρος κατέστρεψε τη Θήβα το 335 π.Χ., τρία μόλις χρόνια μετά τη Μάχη της Χαιρώνειας. Και οι τρεις αυτές καταστροφές άφησαν τα κατάλοιπά τους στη στρωματογραφία του τόπου τους. Γεγονότα σαν και αυτά ακόμα και αν καταγράφονται σε ιστορικά κείμενα, έχουν τους μάρτυρές τους καλυμμένους με τα στρώματα της νέας πόλης, της νέας γενιάς που έρχεται πάνω από τα συντρίμμια να συνεχίσει την ιστορική πορεία. Με την ανασκαφή ο χρόνος αποκαλύπτεται αντίστροφα, από το νεότερο προς το παλιό, και τα στρώματα καταστροφής αποκαλύπτουν την απώλεια, τον πόνο και τον θρήνο μιας ιστορικής στιγμής. Ενας τέτοιος μικρός σωρός από χώματα και όστρακα αγγείων καθημερινής χρήσης, αδιάφορων συχνά από άποψη αισθητικής, εκτίθεται στην έκθεση για τη Χαιρώνεια που φιλοξενείται στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, με σκοπό να αφηγηθεί την ιστορία της δραματικής καταστροφής της Θήβας, μιας καταστροφής που σφράγισε την πτώση της πόλης «από μια θέση μεγάλης ισχύος και επιρροής σε θέση ήσσονος σημασίας».
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ