«Υπάρχει ενεργός ο κίνδυνος να έχουμε ρεκόρ αποχής, η συμμετοχή για πρώτη φορά στη χώρα μας να είναι κάτω από 50%» σχολίασε σε συνέντευξή του ο διευθύνων σύμβουλος της Marc Θωμάς Γεράκης, μην αποκλείοντας το ενδεχόμενο το ποσοστό της αποχής να έχει μπροστά τον αριθμό 6. Δεν νομίζω ότι εκπλήσσεται κανείς. Ηταν η πιο άνευρη, αδιάφορη και υποτονική προεκλογική περίοδος που έχει ποτέ διανυθεί. Σε αντίθεση με τις δύο προηγούμενες ευρωεκλογές του 2019 και 2014 που είχαν αποτελέσει προάγγελο πολιτικής αλλαγής, οι φετινές ευρωεκλογές έρχονται μετά από δύο γύρους εθνικών και άλλους δύο δημοτικών εκλογών μέσα σε μόλις έναν χρόνο. Συνεπώς, ό,τι είχαν να δηλώσουν οι πολίτες, το δήλωσαν, τουλάχιστον τέσσερις φορές φέτος. Αυτό που μένει να κριθεί είναι το πώς θα κυβερνήσει τα υπόλοιπα 3 χρόνια ο Κυριάκος Μητσοτάκης, με πόση πολιτική (και εσωκομματική) δύναμη και από την άλλη – δεδομένου ότι ο χώρος του Κέντρου έχει προ πολλού αλωθεί από τον ίδιο – θα φανεί ποιος έχει μεγαλύτερη απήχηση στον χώρο της Κεντροαριστεράς και της ριζοσπαστικής Αριστεράς. Ενας διαχωρισμός απαραίτητος να γίνεται ανάμεσα στους δύο ιδεολογικούς χώρους, διότι ομολογώ αδυνατώ να αντιληφθώ πώς ο Συνασπισμός της Ριζοσπαστικής Αριστεράς ανήκει ξαφνικά στον χώρο της Κεντροαριστεράς και θα μπορούσε να μπει στον ίδιο πολιτικό σχηματισμό με στελέχη του ΠΑΣΟΚ τα οποία – για όποιον δεν έχει πολιτικό Αλτσχάιμερ θυμάται ότι – στοχοποιούσε ως «δωσίλογους», «προσκυνημένους», «Τσολάκογλου». Αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση. Το βασικό πρόβλημα είναι ότι αμφότεροι δεν δείχνουν να ελκύουν τους ψηφοφόρους, αφού αμφότεροι προτάσσουν ως κύριο αίτημα «να φύγει ο Μητσοτάκης», χωρίς να εξηγούν τι θα συμβεί μετά, αφήνοντάς το στη φαντασία των ψηφοφόρων.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ