«Να κάθεσαι ακίνητος, ευτυχής και άχρηστος». Αυτή είναι η πεμπτουσία της συνταξιοδότησης που επιθυμεί ο χήρος αστυνομικός Τομ Κετλ όταν μετακομίζει σ’ ένα παράσπιτο δίπλα σε ένα βικτωριανό αρχοντικό και απολαμβάνει τη θέα και το αντιμάμαλο της θάλασσας. Δεν θα είναι, όμως, ούτε ακίνητος ούτε άχρηστος χάρη στη συγγραφική έμπνευση του Σεμπάστιαν Μπάρι, που με το μυθιστόρημα «Τον καιρό του Θεού» (εκδ. Ικαρος, μτφ. Αγγελος Αγγελίδης, Μαρία Αγγελίδου) παραδίδει μια ακόμη ιστορία για το σκοτεινό ιρλανδικό παρελθόν και τη μνήμη που στοιχειώνει τους ζωντανούς (διόλου τυχαία, χαρακτήρες συμπλέκονται με ονόματα ηρώων από προηγούμενα βιβλία του, όπως οι ΜακΝάλτι). Ο μίτος αρχίζει να ξετυλίγεται όταν χτυπάνε το κουδούνι του δύο νεότεροι συνάδελφοί του ζητώντας του συνδρομή για μια παλιότερη υπόθεση που αφορά τη σεξουαλική βία των καθολικών ιερεών εις βάρος παιδιών τη δεκαετία του 1960, στα περιβόητα άσυλα ανηλίκων. Με τον τρόπο αυτόν τον γυρίζουν πίσω: «στη φρίκη, στο βρώμικο σκοτάδι, στη βία… Στη σιωπή».

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ