Είναι προφανές και εξάγεται από την πολιτική επικαιρότητα πως τα τρία βασικά κόμματα του δημοκρατικού πολιτικού τόξου δοκιμάζονται το καθένα από μία διαφορετικού είδους εσωτερική περιδίνηση. Βεβαίως οι κρίσεις δεν είναι ίδιες και προφανώς ούτε τα διακυβεύματα. Για παράδειγμα τα κόμματα της Κεντροαριστεράς διανύουν μια σχεδόν υπαρξιακή στιγμή. Πρώτα και κύρια ο ΣΥΡΙΖΑ με το στρατηγικό πρόβλημα πλεύσης που έχει αλλά και με τον τρόπο που φαίνεται πως δεν αποσαφηνίζει το πολιτικό του σχέδιο και βηματισμό.
Δεύτερον το ΠΑΣΟΚ με αφορμή μια στάσιμη εκλογική πτήση πυροδότησε έως και θέμα ηγετικής ομάδας. Τρίτον και το κυβερνών κόμμα όπως κατέδειξε η χθεσινή ταραχώδης συνεδρίαση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και ίσως η πιο ηλεκτρισμένη από την πρώτη στιγμή που ο Κυριάκος Μητσοτάκης ορκίστηκε Πρωθυπουργός. Τρεις διαφορετικές κρίσεις σε μία κοινή πολιτική και χρονική συγκυρία. Το ζήτημα όμως που τίθεται και για τους τρεις πολιτικούς χώρους είναι επιτακτικό και επαφίεται στην ίδια τη θεσμική τους υπόσταση. Κατ’ αρχάς το κυβερνών κόμμα πρέπει αμέσως να καταδείξει τον καθαρό πολιτικό διάδρομο που απομένει μέχρι και τις εκλογές του 2027 και άρα να επιταχύνει τις μεταρρυθμιστικές τομές.
Κατά δεύτερον η Κεντροαριστερά να βρει τους κοινούς τόπους είτε σύγκλισης είτε αυτόνομης καθόδου και επίσης να ολοκληρώσει το δικό της πολιτικό σχέδιο που θα θέσει στην κρίση των πολιτών. Είναι παραπάνω από κρίσιμο για τη χώρα ενόψει ενός περιβάλλοντος πολυκρίσης οι τρεις χώροι να βρουν τον βηματισμό τους αλλά ακόμα και κοινούς τόπους δεδομένης και της ρευστότητας και της επισφάλειας και των πολλών δοκιμασιών που έχουμε μπροστά μας.