Μολονότι έγραφε μουσική και μοναδικά τραγούδια, αγαπούσε τον λόγο και τους λογοτέχνες. Τους ποιητές. Ενα έργο τέχνης μπορούσε να τον κάνει να σε πάρει σ’ ένα ταξίδι – στο Λονδίνο, στη Βιέννη, στο Βερολίνο – για να σ’ ευχαριστήσει που το γέννησες. Θα ‘θελα να κοιμάμαι – είπε σ’ έναν έκπληκτο δημοσιογράφο – κι όχι να γράφω μουσική. Κι έγραφε για τον κινηματογράφο, το θέατρο. Οταν μου ζητούν μία συνεργασία πρέπει να με πληρώνουν γι’ αυτό που θέλουν να κάνω και γι’ αυτό από το οποίο με αποσπούν. Αγαπούσε στα ταξί τη θέση θανάτου· δίπλα στον οδηγό. Μέχρι που ήρθε πίσω. Τους ζητούσε – αυστηρά – να κλείσουν τη μουσική. Και κάποτε με ρώτησε ποιος τραγουδούσε. Δεκατετραετής έπαιξε πιάνο σε αθηναϊκά σαλόνια και συζητήθηκε. Εβαλα στα παπούτσια μου πέτρες για να κάνω το βάδισμά μου σταθερό. Μου είπε. Πονούσα αλλά βάδιζα. Ολοι τον φαντάζονταν με κόσμο, θαυμαστές. Αλλά αυτός, πιο συχνά, ήταν μόνος του, στον δρόμο, στο σπίτι.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ