Οι νέες τομές που φέρνει το υπουργείο Υγείας στο ΕΣΥ πρέπει να συνοδευθούν και από τη μέγιστη διαβούλευση και από τη μεγαλύτερη δυνατή συναίνεση από όλες τις πλευρές. Κι αυτό αφού τα νοσοκομεία μας και εν γένει το ΕΣΥ είναι σε μια εύθραυστη συγκυρία όπου θα πρέπει να ληφθεί υπόψη η κόπωση του προσωπικού και τα κενά που διαμορφώνονται από την τάση παραίτησης λόγω των χαμηλών απολαβών.

Υπό αυτή την έννοια, η ενιαία αντίληψη για την υγεία, είτε δημόσια είναι είτε ιδιωτική, όπως πλέον εκπορεύεται από την ηγεσία του υπουργείου, είναι κρίσιμο να «διαβαστεί» ως εργαλείο εξυπηρέτησης των αναγκών των πολιτών και όχι ως ανταγωνιστικής υφής θεώρηση που θα οδηγήσει σε μετωπικές συγκρούσεις ιδιώτες και μη λειτουργούς. Το πεδίο είναι ακανθώδες και δεν νοείται καμία πλευρά να πυροδοτήσει περαιτέρω την ένταση.

Ετσι και οι γιατροί και εν γένει το προσωπικό πρέπει να αφήσει πίσω του μια σειρά ιδεοληψιών αλλά και το υπουργείο Υγείας να εξαντλήσει κάθε δυνατότητα για διάλογο και αποσαφήνιση των νέων μέτρων και στους δημόσιους λειτουργούς και στους ιδιώτες γιατρούς. Οι τελευταίοι θα πρέπει εξάλλου να αντιληφθούν πως η υγεία αποτελεί ενιαίο έδαφος και άρα δεν νοείται να αδιαφορούν οι ιδιώτες γιατροί για το δημόσιο νοσοκομείο της περιοχής τους και τα εκεί κενά. Η ανάταξη του ΕΣΥ εξάλλου είναι το κεντρικό στοίχημα και δεν είναι φυσιολογικό σε περιοχές όπου προκηρύσσονται θέσεις παθολόγων να μην υπάρχει ενδιαφέρον, ενώ την ίδια ώρα η ίδια περιοχή να έχει πολλούς ιδιώτες παθολόγους.