Oσο γερνούσε, έλεγε, ονειρευόταν και πιο συχνά τους πεθαμένους της. Μια νύχτα ήρθε κι η γιαγιά της. Ητανε άνω κάτω οι μέρες της, και σε μια νύχτα έπρεπε να τη χωρέσει, λέει, εκεί που έμενε, και πώς την είχε αφήσει έτσι, πόσα χρόνια. Δεν είχε αγωνία όμως το όνειρο. Μόνο χαρά. Τα όνειρα που έχουν σπίτια και μετακομίσεις, έλεγε, είναι συμφιλίωση. Κάτι βόλευε και ξαναβόλευε εκεί μέσα. Τα όνειρα με τη γιαγιά της, μια φορά στις τόσες, ήταν αναλγητικά. Ερχόταν και τα έβαζε όλα στη θέση της.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ