Σε βασικό πρωταγωνιστή των ελληνικών εξαγωγών, με σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης, εξελίσσονται τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα. Παρά τις γεωπολιτικές εξελίξεις που δυσχεραίνουν τη διακίνησή τους και τον έντονο ανταγωνισμό από τα προϊόντα τρίτων χωρών, καταφέρνουν να διατηρούν θετικό πρόσημο στο εμπορικό ισοζύγιο της χώρας. Αν και την τελευταία διετία οι συνθήκες που διαμορφώθηκαν δημιούργησαν δυσχέρειες για τους έλληνες εξαγωγείς, με την πρόσβαση σε κάποιες αγορές να είναι δύσκολη, σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία, τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα, κυρίως φρούτα, λαχανικά, τυροκομικά και ελαιόλαδο, αύξησαν συνολικά τις εξαγωγές τους προς τις διεθνείς αγορές κατά 21,1% το διάστημα Ιανουαρίου-Απριλίου 2024, συνεχίζοντας το θετικό μομέντουμ, όταν οι συνολικές εξαγωγές της χώρας παρουσίασαν μείωση κατά 6,1% το ίδιο διάστημα.
Σύμφωνα με μελέτη του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Μελετών, την τελευταία τετραετία παραμένει πλεονασματικό το εμπορικό ισοζύγιο των αγροτικών προϊόντων, παρά την κόπωση στις υπόλοιπες εξαγωγές. Είναι ενδεικτικό ότι το πρώτο τρίμηνο του 2024, σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, τα οποία επεξεργάστηκε ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Φρούτων και Λαχανικών Incofruit Hellas, οι εξαγωγές νωπών φρούτων κινήθηκαν με θετικό πρόσημο, με την αξία τους να αυξάνεται κατά 5,8% σε σχέση με το ίδιο διάστημα του 2023, ενώ αυξημένη κατά 24,5% ήταν και η μέση τιμή πώλησης κατά μονάδα βάρους σύμφωνα με τα ίδια στοιχεία. Σε όγκο, το α’ τρίμηνο του έτους οι εξαγωγές λαχανικών αυξήθηκαν κατά 3,5%, ενώ η αξία παρουσίασε οριακή αύξηση, αγγίζοντας τα 93,83 εκατ. ευρώ.
Από τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του Συνδέσμου Εξαγωγέων Φρούτων και Λαχανικών για το διάστημα Ιουλίου 2023-Ιουλίου 2024 προκύπτει ότι οι εξαγωγές ροδάκινων αυξήθηκαν κατά 23,6%, των κερασιών κατά 32,1%, των νεκταρινιών κατά 40,2%, των βερίκοκων κατά 3,6% και των επιτραπέζιων σταφυλιών κατά 324,2%, αν και οι εξαγώγιμες ποσότητες ήταν μικρές. Αυξημένες κατά 32,84% ήταν οι εξαγωγές πατάτας, φτάνοντας τους 101.329 τόνους, έναντι 76.278 τόνων το 2023. Για τους έλληνες παραγωγούς και εξαγωγείς η διείσδυση χωρών εκτός της ΕΕ στις αγορές-στόχους για τα ελληνικά προϊόντα αποτελεί τον μεγαλύτερο κίνδυνο. Μάλιστα, η έμφαση στην εγχώρια παραγωγή, η δημιουργία προστιθέμενης αξίας και η προβολή της ποιότητας των ελληνικών προϊόντων είναι η σωστή στρατηγική, σύμφωνα με τον Σύνδεσμο Εξαγωγέων Φρούτων και Λαχανικών, για την περαιτέρω αύξηση των εξαγωγών και τη θωράκιση των υπαρχουσών αγορών.
Οι εισαγωγές
Την ίδια ώρα πάντως, ενώ οι εξαγωγές πάνε καλά, οι έλληνες παραγωγοί έχουν να αντιμετωπίσουν τις εισαγωγές φρούτων και λαχανικών, οι οποίες το α’ επτάμηνο του 2024 αυξήθηκαν κατά 11,51%, φτάνοντας τους 463.374 τόνους. Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία επεξεργάστηκε ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Φρούτων και Λαχανικών Incofruit Hellas, τα κυριότερα προϊόντα στα οποία έγιναν εισαγωγές είναι: 202.481 τόνοι πατάτες (αύξηση κατά 17,69%), προερχόμενες από Αίγυπτο (84%), Κύπρο και Γαλλία, 149.177 τόνοι μπανάνες έναντι 138.929 τόνων το 2023 (αύξηση κατά 7,38%), προερχόμενες από Ισημερινό, Κολομβία και Κόστα Ρίκα, με μέρος τους να επανεξάγεται προς άλλες, κυρίως γειτονικές χώρες. Επίσης, 8.400 τόνοι κρεμμύδια, προερχόμενα από Αυστρία, Ολλανδία και Αίγυπτο, 7.320 τόνοι ντομάτες (αύξηση κατά 0,58%) από Τουρκία, Γερμανία και Ολλανδία, 3.255 τόνοι πιπεριές (αύξηση κατά 53,54%) από Ιορδανία, Ολλανδία και Ισραήλ. Εισαγωγές έγιναν επίσης σε μήλα (12.437 τόνοι) από Β. Μακεδονία, Πολωνία και Ιταλία, 4.811 τόνους αβοκάντο (αύξηση κατά 36,06%) από Ολλανδία, Ισραήλ και Κύπρο, και 2.132 τόνους ακτινίδια (αύξηση κατά 104,63%) από Ιράν, Ιταλία και Χιλή.
Φέτα
Το 70% της παραγωγής σε εξαγωγές
Aυξημένες είναι τα τελευταία χρόνια οι εξαγωγές φέτας. Περίπου το 65% – 70% της ετήσιας παραγόμενης φέτας, προϊόν το οποίο έχει χαρακτηριστεί ΠΟΠ, προορίζεται πλέον για εξαγωγές. Μάλιστα σύμφωνα με τον πρόεδρο της ΕΘΕΑΣ (Εθνική Ενωση Αγροτικών Συνεταιρισμών) Παύλο Σατολιά η φέτα εισφέρει στη χώρα μας ένα δισεκατομμύριο ευρώ. Ωστόσο συχνά είναι τα κρούσματα από παραποιημένα προϊόντα που κυκλοφορούν στην αγορά και παραπλανούν τους καταναλωτές ιδιαίτερα στο εξωτερικό. Για τον λόγο αυτό οι έλληνες τυροκόμοι ζητούν αυστηρούς ελέγχους εντός και εκτός της χώρας για την προστασία του μοναδικού αυτού προϊόντος.