Μακάρι να συμβεί το ίδιο και με τη «Διπλή ταυτότητα» (Double indemnity, ΗΠΑ, 1944), μια ακόμα ταινία του Μπίλι Γουάιλντερ που βλέπουμε σε επανέκδοση μετά την επίσης επιτυχημένη επαναπροβολή της «Λεωφόρου της Δύσης», του ιδίου πριν από λίγο καιρό. Αρχετυπικό νουάρ, η κατάμαυρη αυτή ταινία, κινείται περίπου στο ίδιο μοτίβο με μια προηγούμενη ταινία που βασίστηκε σε μυθιστόρημα του συγγραφέα Τζέιμς Μ. Κέιν, την «Ο ταχυδρόμος χτυπάει πάντα δυο φορές»: η Μπάρμπαρα Στάνγουικ, που σε μια τολμηρή στροφή καριέρας υποδύεται έναν… θανάσιμα αρνητικό ρόλο (τον οποίο, ακριβώς για αυτόν τον λόγο, αρχικά δεν ήθελε), είναι αξέχαστη «μοιραία» γυναίκα που παρασύρει στον φόνο του συζύγου της έναν ασφαλιστή (Φρεντ ΜακΜάρεϊ) προκειμένου να λάβουν την αποζημίωση που της αναλογεί από την ασφάλεια ζωής του. Ομως η μοίρα παίζει παράξενα παιχνίδια και ο συνάδελφος του ασφαλιστή είναι ένα έμπειρο λαγωνικό που υποψιάζεται τη γυναίκα, χωρίς βεβαίως να μπορεί να φανταστεί την εμπλοκή του συναδέλφου του. Και τον υποδύεται αυτός ο πολύτιμος, βραχύσωμος ηθοποιός, ο Εντουαρντ Τζ. Ρόμπινσον ο οποίος, δυστυχώς, δεν χάρηκε εδώ μια υποψηφιότητα για Οσκαρ Β’ ρόλου που τόσο πολύ του άξιζε (ο Ρόμπινσον δεν προτάθηκε ποτέ για το βραβείο). Μόνο η Στάνγουικ προτάθηκε για Οσκαρ, ενώ η ταινία διεκδίκησε συνολικά επτά, ανάμεσα στα οποία τα καλύτερης ταινίας, καλύτερης σκηνοθεσίας, καλύτερης φωτογραφίας σε ασπρόμαυρη ταινία (Τζον Ζάιτς) και καλύτερου σεναρίου. Αξίζει μάλιστα να αναφερθεί ότι ο συγγραφέας Τζέιμς Μ. Κέιν που έγραψε το μυθιστόρημα (με στοιχεία από μια πραγματική υπόθεση την οποία είχε καλύψει ως αστυνομικός ρεπόρτερ) δεν συνεργάστηκε με τον Γουάιλντερ για τη σεναριακή διασκευή τού «Διπλή ταυτότητα». Ο Γουάιλντερ (στην πρώτη ταινία που γύρισε στις Ηνωμένες Πολιτείες) στράφηκε προς τον Ρέιμοντ Τσάντλερ («Ο μεγάλος ύπνος») που τότε έκανε τα πρώτα του βήματα. Η συνεργασία τους ήταν επεισοδιακή αλλά το αποτέλεσμα μοναδικό. Η «Διπλή ταυτότητα» άσκησε τεράστια επιρροή στην κινηματογραφική κουλτούρα των αμερικανών κινηματογραφιστών, πολλοί εκ των οποίων την τίμησαν στις δικές τους ταινίες. Ο Λόρενς Κάσνταν για παράδειγμα στην «Εξαψη» (1980).

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ