Στην ταινία του Θεόδωρου Μαραγκού «Μάθε, παιδί μου, γράμματα» το παλιό σπίτι του συντηρητικού γυμνασιάρχη Περικλή τρίζει και έχει πάρει μία ελαφρά κλίση. Ο μεγάλος του γιος, το καμάρι του, ο σγουρομάλλης Δημοσθένης επιστρέφει από το εξωτερικό έπειτα από μακροχρόνιες σπουδές. Απανωτές διαψεύσεις χτυπούν αλύπητα τον Περικλή: ο Δημοσθένης γυρίζει φαλακρός, και, ενώ διακρίθηκε για τις μελέτες του στη μεταλλειολογία, αδυνατεί να βρει δουλειά και παίζει τάβλι στην πλατεία του χωριού μαζί με τον αδελφό του, τον Σωκράτη. Ο Σωκράτης, το «μίασμα» της οικογένειας, όπως τον αποκαλεί ο πατέρας του, τραυλίζει, διαβάζει πορνοπεριοδικά, φοράει παπούτσια με τακούνια, κόκκινο πουκάμισο και παντελόνι τζιν και τριγυρίζει όλη μέρα στο χωριό με ένα κασετόφωνο στο χέρι που παίζει τραγούδια των Boney Μ. Με τούτα και με τ’ άλλα προσπαθεί να συγκινήσει τη συμμαθήτριά του τη Χρυσάνθη με την οποία είναι ερωτευμένος.  

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ