Στο ρευστό διεθνές περιβάλλον που μας επιβάλλει η συγκυρία, η επικείμενη συνάντηση των δύο ηγετών Ελλάδας – Τουρκίας στα περιθώρια της συνόδου της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ αποκτά ιδιαίτερη σημασία και βαρύτητα: καλές είναι, βέβαια, οι προσπάθειες εξομάλυνσης των σχέσεων με μέτρα χαμηλής πολιτικής, ευπρόσδεκτη είναι η ηρεμία που επικρατεί στους ουρανούς και στις θάλασσες του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου, αλλά αυτά δεν αρκούν. Είναι εύθραυστα, όπως έδειξε το επεισόδιο της Κάσου, που κατέδειξε πως η Τουρκία δεν κάνει διακρίσεις ανάμεσα σε νόμιμες ενέργειες της Ελλάδας και σε αντίστοιχες παράνομες, κι ότι ανεξαρτήτως της φύσης της δραστηριότητας, απαιτεί την προηγούμενη κοινοποίησή τους, κι ενδεχομένως την άδειά της προκειμένου αυτή να υλοποιηθεί. Γιατί δεν υπάρχει αμφιβολία, για κάθε καλόπιστο άτομο, πως οι ελληνικές ενέργειες στα ανοιχτά της Κάσου ήταν σύμφωνες με το ισχύον Δίκαιο της Θάλασσας. Πράγματι, σύμφωνα με αυτό, η ελευθερία των θαλασσών παραμένει, κι αν ακόμα υποθέσουμε ότι η υφαλοκρηπίδα ή η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη( ΑΟΖ) έχουν οριοθετηθεί, αναφορικά με ορισμένα συστατικά στοιχεία της, την ελευθερία της ναυσιπλοϊας και την ελευθερία πόντισης υποθαλάσσιων καλωδίων και αγωγών. Κι εφόσον η ελευθερία πόντισης παραμένει αλώβητη σε αυτές τις ζώνες, και οι προπαρασκευαστικές εργασίες για την πόντιση απολαμβάνουν των ίδιων προνομίων. Κατά συνέπεια η επιχείρηση του ιταλικού πλοίου δεν έχρηζε άδειας εκ μέρους του τουρκικού κράτους, ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι βρισκόταν σε τουρκική υφαλοκρηπίδα ή ΑΟΖ.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ