Την εποχή που ο Διονύσης Σαββόπουλος κυκλοφόρησε τον δίσκο «Τραπεζάκια έξω», δηλαδή το μακρινό 1982, η φωνή του έλεγε τους στίχους πάνω σ’ έναν ρυθμό περίεργο και πρωτόγνωρο για τους εγχώριους μουσικόφιλους και ορκισμένους θαυμαστές του: σχεδόν απαγγέλλοντας «στο τηλέφωνο σε παίρνω απ’ τη γωνία / Κι όλο βγαίνουν κάτι άσχετοι / Και η ώρα δεν περνά και η ώρα δεν περνά / Κι είναι τώρα πια κοντά δυο τρία χρόνια / Που εξαιτίας σου έχω χάσει κάθε στυλ», άρχισε να αφηγείται την ιστορία του και μόνο στα σημεία που λειτουργούσαν ως ρεφρέν υπήρχε μια πιο ξεκάθαρη μελωδία. Κατά πάσα πιθανότητα δεν απασχολούσε πού ακριβώς εντασσόταν αυτό που κατέθετε τότε ο σπουδαίος τραγουδοποιός. Στο εξωτερικό η κουλτούρα του χιπ-χοπ, όπου ανήκει η ραπ, είχε αρχίσει να γράφει τις δικές της σελίδες στην ιστορία της μουσικής αρκετές δεκαετίες πριν. Το δικό της κομμάτι δημιουργίας και στην ελληνική καλλιτεχνική πραγματικότητα το απέσπασε αργότερα, χωρίς ποτέ να προκαλεί την ένταση και τον προβληματισμό των τελευταίων χρόνων. Από τη στιγμή δηλαδή που άρχισαν να γεμίζουν γήπεδα ποδοσφαίρου με καλλιτέχνες οι οποίοι έλεγαν τις ιστορίες τους έμμετρα, πάνω σε μπιτ. Στίχοι καταγγελτικοί, θυμωμένοι, που τις περισσότερες φορές επεδίωκαν – και επιδιώκουν, ως φαίνεται – να φωτίσουν τα σαθρά της κοινωνίας. Αυτή είναι τουλάχιστον η πρόθεσή τους αν διαβάσει κανείς τις συνεντεύξεις όσων εκφράζονται μέσα από αυτό το είδος μουσικής. Δεν τους απασχολεί, στην πλειονότητα τους, αν η δημιουργία τους μπορεί να χαρακτηριστεί ποίηση. Το είπε πολύ καθαρά ένας από τους πιο αναγνωρίσιμους εκπροσώπους του είδους. Σε συνέντευξή του ο Λεξ ανέφερε χαρακτηριστικά: «Εγώ δεν θέλω να είμαι ποιητής, η ποίηση νιώθω ότι φέρει ένα πνευματικό παίδεμα παραπάνω από έναν χιπ-χοπ στίχο. Ναι, ο στίχος είναι δυνατός, ναι, ο στίχος έχει να πει, αλλά στο ραπ έχει μεγάλη σημασία η ερμηνεία, το πάτημα. Είναι πολλές οι παράμετροι. Το ραπ για μένα δεν είναι ιδεολογία, είναι ένα μέσο, όπως η συγγραφή. Δεν παύω, βέβαια, να τηρώ συγκεκριμένους αισθητικούς κώδικες, δεν θα τους καταπατήσω. (…) Δεν το σπάω συνειδητά το ραπ. Δεν είμαι μπίτνικ ποιητής, είμαι ράπερ και μου αρέσει».
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ