Ο Χριστόφορος Λιοντάκης, ποιητής από τους πιο ενδιαφέροντες της γενιάς του 1970, αποτελεί περίπτωση δημιουργού που διαμόρφωσε με το έργο του μια φωνή η οποία μοιάζει ήπια και ισορροπημένη, στην πραγματικότητα όμως δονείται από το πάθος, την αγωνία και την ένταση του υποκειμένου να διαμορφώσει τη σύνδεσή του με τον εαυτό και με τον κόσμο. Το έργο του, σε αντίθεση με το έργο άλλων ποιητών, δεν έχει τη μορφή μιας περιοχής κρυσταλλωμένης και οριοθετημένης, αλλά ενός χώρου που παρουσιάζει την εικόνα μιας ανασκαφής. Πρόκειται, βασικά, για τη λειτουργία της ποίησής του ως ένα είδος σκαπάνης που έχει στόχο να ανασύρει από το έδαφος της εποχής κομμάτια μιας πραγματικότητας που μοιάζει να έχει χάσει τη συνοχή και τον βηματισμό της. Σύμφυτη με τη συνθήκη αυτή είναι η στιχουργία του Λιοντάκη που παρουσιάζει και εναρμονίζεται επίσης με το σχήμα ενός βηματισμού που προσπαθεί να βρει τον ρυθμό και την ακολουθία του. Ετσι θα πρέπει να εξηγηθεί αυτή η αίσθηση που αποκομίζει κανείς ότι οι στίχοι των ποιημάτων του συνδέονται μεταξύ τους σε μια κοινή προοπτική, στον ορίζοντα μιας ποίησης που θα εγγυάται – ακόμα κι αν δεν την έχει πετύχει – τη συναρμογή των μερών της ως καθρέφτισμα της συναρμογής της κοινωνικοπολιτικής συνθήκης.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ