Το καθεστώς του προστατευόμενου μάρτυρα αποσκοπεί στη διευκόλυνση της διαλεύκανσης υποθέσεων με μεγάλη βαρύτητα, όπως είναι το οργανωμένο έγκλημα, το οικονομικό έγκλημα και η διαφθορά. Ενας μάρτυρας που γνωρίζει πρόσωπα και πράγματα αλλά φοβάται να καταθέσει καλείται να το κάνει με την προστασία του κράτους, την εγγύηση δηλαδή ότι δεν θα αποκαλυφθεί η ταυτότητά του.
Η ρύθμιση αυτή έχει αποδειχθεί πολύτιμη στο εξωτερικό για την εξάρθρωση της Μαφίας και διαφόρων τρομοκρατικών οργανώσεων. Δεν μπορεί όμως ασφαλώς να χρησιμοποιείται ούτε για να καταδιώκονται αθώοι άνθρωποι ούτε για να εξυπηρετούνται σκοτεινά σχέδια κυβερνητικών ή παρακρατικών μηχανισμών.
Δέκα πρόσωπα από τον πολιτικό και οικονομικό χώρο κατηγορήθηκαν πριν από έξι χρόνια με βάση καταθέσεις προστατευόμενων μαρτύρων για δωροληψία, παθητική δωροδοκία και απιστία. Αν και υποστήριζαν πάντα με θέρμη, και με στοιχεία, την αθωότητά τους, ταλαιπωρήθηκαν, λοιδορήθηκαν, συκοφαντήθηκαν, χλευάστηκαν, είδαν τις φωτογραφίες τους κρεμασμένες με μανταλάκια λες και ήταν εγκληματίες. Η υπόθεση Novartis, για την οποία κατηγορούνταν, χαρακτηρίστηκε από την τότε κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ το μεγαλύτερο σκάνδαλο από συστάσεως του ελληνικού κράτους. Αλλά η υπόθεση κατέληξε σε φιάσκο. Οι καταθέσεις των προστατευόμενων μαρτύρων αποδείχθηκαν ψευδείς. Και οι δικογραφίες μπήκαν στο αρχείο ελλείψει στοιχείων.
Τέλος καλό, όλα καλά; Οχι. Οι πρώην κατηγορούμενοι απαιτούν να λάμψει η αλήθεια. Απαιτούν να μάθουν δηλαδή πώς και από ποιους στήθηκε αυτή η σκευωρία εις βάρος τους, ώστε να προσφύγουν ενδεχομένως σε νομικές ενέργειες. Γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό, και στηριζόμενη σε νέα διάταξη του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας που ψηφίστηκε το περασμένο καλοκαίρι, η εισαγγελέας οικονομικού εγκλήματος αποφάσισε να βγάλει την «κουκούλα» από δύο προστατευόμενους μάρτυρες.
Αυτοί που καταγγέλλουν σήμερα την απόφαση της εισαγγελέα είναι κατά σύμπτωση οι ίδιοι που είχαν καταδικάσει αυτοβούλως τα θύματα αυτής της εξωφρενικής περιπέτειας. Κόπτονται για την αποκάλυψη της ταυτότητας των ψευδομαρτύρων και δεν τους ενδιαφέρει καθόλου ότι, εξαιτίας αυτών των ψευδομαρτύρων και των υποκινητών τους, κάποιοι άνθρωποι στιγματίστηκαν χωρίς λόγο. Διαμαρτύρονται για τον «ενταφιασμό» ενός θεσμού που προάγει την απονομή δικαιοσύνης. Και αδιαφορούν για την κακοποίηση της ίδιας της δικαιοσύνης.