Υπάρχουν τουλάχιστον τρεις εκδοχές του 2025. Είναι πρωτίστως το νέο έτος των προσδοκιών, της ελπίδας, των νέων στόχων. Η στιγμή που πρέπει να μηδενίσει το κοντέρ και να γράψει από την αρχή χιλιόμετρα. Σε αυτή τη στιγμή συνενώνονται οι επιθυμίες και οι διαθέσεις των περισσότερων ανθρώπων πάνω στον πλανήτη. Ταυτόχρονα, ωστόσο, είναι μια αχαρτογράφητη επικράτεια που πιθανότατα επιφυλάσσει τις ίδιες ή και περισσότερες προκλήσεις.
Υπάρχει ταυτόχρονα το 2025 των εκκρεμοτήτων. Των διλημμάτων και του βάρους που έχει συσσωρεύσει το πρόσφατο παρελθόν. Μέχρι ποιο σημείο θα φτάσει ο αυταρχικός λαϊκισμός των ημερών μας; Πόση αντοχή έχουν ακόμη οι τεκτονικές πλάκες των διαιρέσεων και των διχασμών ανά την υφήλιο; Πού κορυφώνεται η προσπάθεια της Ευρωπαϊκής Ενωσης να φανεί αντάξια της αποστολής της και πώς κλιμακώνεται η «αντίσταση» των αντιευρωπαϊστών; Κατ’ αυτή την έννοια, το 2025 παίρνει θέση σε ένα συνεχές, την εξέλιξη του οποίου δεν μπορεί κανείς να προβλέψει.
Και, τέλος, υπάρχει το 2025 των «αγνώστων». Των ανθρώπων εκείνων που περιμένουν ακόμη την ανθρωπιστική μέριμνα των υπολοίπων, την ενσυναίσθηση για τη δική τους ζωή μακριά από τα κέντρα λήψης των αποφάσεων, εκείνων που έχουν μάθει να ζουν ως οι «αόρατοι» και οι «αόρατες» του συστήματος. Η φροντίδα γι’ αυτούς περιλαμβάνεται πάντοτε στο καθιερωμένοι ευχολόγιο, αλλά ο χρόνος αποδεικνύεται μονίμως ο μεγάλος αντίπαλος.
Τόσο οι προκλήσεις όσο και οι εκκρεμότητες, όπως και η ανακάλυψη του «αόρατου πλήθους», αποτελούν όλα μαζί το αφήγημα που μας περιμένει μετά τη σημερινή ημέρα. Υποτίθεται ότι τα όπλα που διαθέτουμε ως φιλελεύθερη κοινωνία που ατενίζει το μέλλον ολοένα και λιγοστεύουν. Αλλά τι άλλο μπορεί κανείς να αντιτάξει στην «απαισιοδοξία της νόησης» εκτός από την «αισιοδοξία της θέλησης»;