Περισσότερο από το εορταστικό σκηνικό που τη συνοδεύει, το ξεκίνημα κάθε χρονιάς είθισται να διευκολύνει μια συλλογική ψυχολογική ανάταση, καθώς αντιμετωπίζεται από τους  περισσότερους ως ευκαιρία και για μια νέα αρχή. Το κλίμα αισιοδοξίας, ωστόσο, σπανίως διατηρείται μετά την περίοδο των γιορτών, καθώς επιστρέφουν με δριμύτητα οι δυσκολίες της καθημερινότητας. Αυτό το γνωρίζουν καλά και στην κυβέρνηση, όπως διαφαίνεται και από το πρωτοχρονιάτικο μήνυμα του Πρωθυπουργού, ο οποίος στην πραγματικότητα επιδιώκει να επιμηκύνει τον χρόνο της αισιοδοξίας, προτού την επικαλύψουν ξανά ο προβληματισμός και η δυσαρέσκεια. Είναι σαφές, ωστόσο, ότι πλέον οι πολίτες δεν παίρνουν τοις μετρητοίς τις διαβεβαιώσεις ότι «αφήνουμε πίσω τις φουρτούνες και τη μιζέρια του χθες» και πως «τα καλύτερα είναι μπροστά μας», έστω κι αν αυτή είναι και η δική τους καθολική ευχή.

Εξίσου βέβαιο είναι ότι η ακρίβεια που δοκιμάζει έντονα και τα μεσαία εισοδήματα θα εξακολουθήσει και το 2025 να αποτελεί τον βασικό τροφοδότη της κοινωνικής δυσαρέσκειας και, συνακόλουθα, της απαισιοδοξίας. Οι μισθολογικές ενέσεις για τη νέα χρονιά και οι κυβερνητικές υποσχέσεις για φοροελαφρύνσεις από την επόμενη, το πιθανότερο είναι ότι δεν θα οδηγήσουν σε αναστροφή κλίματος. Πολύ περισσότερο μέσα σε ένα σκηνικό αστάθειας στην ευρύτερη περιοχή και σε μια κλιμακούμενη αναταραχή στην Ευρώπη και στον κόσμο. Στην αφετηρία της νέας χρονιάς, εξάλλου, και στον έκτο χρόνο μιας διακυβέρνησης χωρίς ουσιαστική και αποτελεσματική αντιπολίτευση, στο Μέγαρο Μαξίμου αντιλαμβάνονται ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα που μπορεί να αντιμετωπίσουν τους επόμενους μήνες είναι μια αλλαγή σκηνικού από τον ίδιο τον κύκλο της φθοράς που προκαλεί ο χρόνος. Σε αυτό η προϊστορία διδάσκει ότι υποσχέσεις και εξαγγελίες δεν αρκούν ως αντίδοτο.