Μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα ο Ντόναλντ Τραμπ έχει δηλώσει ότι φιλοδοξεί να προσαρτήσει τη Γροιλανδία, να κάνει τον Καναδά 51η Πολιτεία των ΗΠΑ και να πάρει τον έλεγχο της Διώρυγας του Παναμά. Οσο πλησιάζει η μέρα της ορκωμοσίας του γίνεται ολοένα και επιθετικότερος, αφήνοντας πολλές κυβερνήσεις να αναρωτιούνται αν πράγματι εννοεί όλα όσα λέει ή απλά υιοθετεί μια ρητορική που ακούγεται ευχάριστα στ’ αφτιά των πιστών του MAGA.
Σύμφωνα με μια ανάλυση, οι επεκτατικές του κορόνες είναι μια απόπειρα να διαχειριστεί – με τον δικό του ιδιαίτερο και διόλου ορθολογικό ή διπλωματικό τρόπο – τις προκλήσεις τις οποίες θα κληθεί να αντιμετωπίσει η Αμερική στον νέο κόσμο που διαμορφώνεται εξαιτίας της αστάθειας που επικρατεί σε κρίσιμες περιοχές του πλανήτη, της κλιματικής αλλαγής αλλά και της ενίσχυσης της Κίνας.
Βάζοντας την απειλή της χρήσης της αμερικανικής στρατιωτικής δύναμης πάνω στο τραπέζι (στην περίπτωση της Γροιλανδίας και του Παναμά, γιατί στον Καναδά υποστηρίζει ότι θα ασκήσει οικονομική βία) δικαιολογεί την ανησυχία που ένιωσαν πολλοί στο άκουσμα της επανεκλογής του. Ωστόσο, οι ψυχραιμότεροι επιμένουν ότι πρόκειται απλά για μια μορφή εκβιασμού με την οποία προσδοκά να πετύχει κάποιες καλές συμφωνίες για τις ΗΠΑ.
Η προσέγγισή του εξισώνει τους συμμάχους και αντιπάλους της χώρας του, πάντως. Την εμφανίζει στα μάτια όλων ως αλαζονική. Παρουσιάζει το δίκαιο του ισχυρότερου ως σημαντικότερο του Διεθνούς Δικαίου και εν τέλει μπορεί να μειώσει την αμερικανική ισχύ, αφού αυξάνει το ρίσκο πολλές πρωτεύουσες να απομακρυνθούν από την Ουάσιγκτον. Το μπούλινγκ δεν είναι έξυπνη εξωτερική πολιτική ακόμη και για τις ΗΠΑ.