Ερωτεύσιμο πολιτικό σχήμα και ηγέτης δεν υπάρχουν. Οι δημοσκοπήσεις χαρτογραφούν τις απώλειες, όχι τις ελεύσεις. Αξιολογούν πρωτίστως το τι χάνουν οι πολιτικές δυνάμεις, όχι τι κερδίζουν. Τα κόμματα εγγράφονται ανάποδα, ως αντι-υποδείγματα. Τα Τέμπη αυτή τη στιγμή συγκεφαλαιώνουν ολόκληρη την κοινωνική αντίρρηση, την άρνηση, το αποκαθηλωτικό πάθος (όλα με τις χαώδεις αντιφάσεις τους). Τα Τέμπη, όπως κάθε ρεύμα, είναι ο ενοποιητικός κοινωνικός μηχανισμός, ένας ύμνος στην πολιτική αοριστία, με συγκεκριμένο όμως περιεχόμενο: δυσπιστία, λαϊκή αίσθηση ότι «όλα είναι δοσμένα», ότι «όλα είναι πουλημένα» και δεν υπάρχει κανένα πρόσωπο, ούτε θεσμός «να τον πιστέψουμε». Τα κόμματα λήγουν ως περιέχοντα σχήματα, πολύ περισσότερο ως θρησκεύματα. Δεν είναι τυχαίο ότι σε συντομότατο χρόνο ο κ. Κασσελάκης ξεφουσκώνει μέσα στη λαμπερή απροσδιοριστία του. Θα πει ο αντίλογος: Ναι, αλλά ενισχύονται η κυρία Κωνσταντοπούλου και η κυρία Λατινοπούλου. Για εντελώς διαφορετικούς λόγους. Η κυρία Κωνσταντοπούλου έχοντας εγγραφεί με χαρακτηριστικό μια θεσμική εμμένεια και έναν, κυρίως διακαιικά, θεμελιωμένο πολιτικό λόγο, ευνοείται από τη γενική πρόσληψη της υπόθεσης των Τεμπών (και από τη μαζική πεποίθηση ότι έχουμε αλληλουχία εμπρόθετων κυβερνητικών παραβάσεων και δικαιικών ανεπαρκειών). Οπως και εάν ερμηνεύσει κανείς το δυστύχημα, αυτό φαίνεται ότι έχει κλονίσει ουσιαστικά τις πεποιθήσεις δικαίου ενός ευρύτατου πολιτικού κοινού. Συγχρόνως η «Πλεύση» επιβεβαιώνεται από την έκλειψη του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Αριστεράς, επομένως από την τελική υποχώρηση ολόκληρου του υπερδεκαετούς «εγχειρήματος ΣΥΡΙΖΑ» σε όλες τις εκβλαστήσεις του. Η κυρία Λατινοπούλου είναι ο κληρονόμος μιας απολύτως διαφορετικής πολιτικής και πολιτιστικής γλώσσας. Πέρα από τις αισθητικές μιμήσεις «Ποπ» νεοσυντηρητικών εγχειρημάτων της δυτικοευρωπαϊκής σκηνής, είναι και ο, ακόμα, ανεξερεύνητος και συγχρόνως εκμοντερνισμένος «εισηγητής» μιας μεγάλης κλασικιστικής αναδίπλωσης. Κανένας κομματικός χώρος, για την ώρα, δεν εξελίσσεται σε πληθυντικό φαινόμενο. Και τα κόμματα σχεδόν παθητικά, περισσότερο εικονοποιούν το πρόβλημα παρά το επιλύουν. Σε αυτή την περίοδο απομάγευσης και αποστροφής, έχουμε δομική καταστροφή κάθε σταθεράς. Η έλλειψη ακμής και η πολιτική ανορεξία είναι οι απολήξεις αυτής της υπολειτουργίας. Τι θα βγει; Ας πούμε ότι αν δεν μπορεί να ανασχεθεί η δημοσκοπική διαρροή ο κ. Μητσοτάκης θα προχωρήσει σε μια επιθετική κίνηση, π.χ. να προκηρύξει εκλογές. Είναι πολύ πιθανότερο να φέρει σε δύσκολη θέση την αντιπολίτευση, αλλά και το κόμμα του. Θα βγάλει το πρόβλημα στην επιφάνεια. Μη έχοντας αυτοδυναμία, θα έχει μεν ανάγκη συνδρομής (ενώ τώρα είναι αυτεξούσιος), θα μπορέσει όμως να «εκβιάσει», ιδίως το ΠΑΣΟΚ, με επιχείρημα την ακυβερνησία. Και το κεντρώο κοινό που ταλαντεύεται ανάμεσα στις δύο δυνάμεις, από αυτοσυντήρηση και μόνο, από απέχθεια στη ρευστότητα, θα επανασυσπειρωθεί στη μητσοτακική Νέα Δημοκρατία, έστω με τις ενστάσεις του για το κράτος δικαίου και τη θεσμική παρεκτόπιση. Αν βέβαια, επικοινωνιακά, καταφέρει η ΝΔ να σταματήσει τη διαρροή, τόσο το καλύτερο για εκείνη.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ