Η νέα γερμανική κυβέρνηση, όποια κι αν είναι η σύνθεση αυτής, καθώς βρισκόμαστε εν αναμονή του τελικού εκλογικού αποτελέσματος και της σύνθεσης της γερμανική Βουλής, θα κληθεί να αντιμετωπίσει τρεις θεμελιώδεις προκλήσεις: πρώτον, μια ασθμαίνουσα οικονομία, με πρωτοφανείς κακές επιδόσεις, τουλάχιστον σε θέματα εμπορικών συναλλαγών και ισοζυγίου. Οι κακές επιδόσεις οφείλονται εν πολλοίς και στην κατάρρευση του γερμανικού μοντέλου ανάπτυξης, που στηριζόταν σε φθηνούς ενεργειακούς πόρους. Με άλλα λόγια, η Γερμανία πληρώνει περισσότερο από άλλες ευρωπαϊκές χώρες το τίμημα του πολέμου στην Ουκρανία και των κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Δεύτερον, ένα διεθνές περιβάλλον, στο οποίο η αμερικανική ομπρέλα ασφαλείας δεν θα πρέπει να θεωρείται επ’ ουδενί δεδομένη και τουλάχιστον σίγουρα όχι χωρίς επιπλέον οικονομικό κόστος, όπως αυτό εκφράζεται μέσω των έντονων πιέσεων (μεγάλης) αύξησης των γερμανικών αμυντικών δαπανών. Τρίτον, ένα εσωτερικό πολιτικό περιβάλλον όπου τα πολιτικά κόμματα αριστερά και δεξιά του ευρύτερου κυβερνητικού φάσματος, δηλαδή των δυνάμεων που έχουν ασκήσει μέχρι σήμερα εξουσία σε διαφορετικές μορφές και σχήματα, συγκεντρώνουν το ένα τρίτο των ψήφων. Αρα, διαπιστώνεται μια τάση πολιτικής ριζοσπαστικοποίησης και ενίσχυσης της αντισυστημικότητας και στη Γερμανία, όπως και σε πολλές άλλες ευρωπαϊκές χώρες.


Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ