Η δεύτερη θητεία της διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν ξεφεύγει από τον πεπατημένο κανόνα της αυτονόητης φθοράς. Το τελευταίο όμως δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να αποτελεί πρόφαση για την καθυστέρηση των μεταρρυθμίσεων, των εκκρεμών προκλήσεων της χώρας και ενός έργου σε συνέχειες. Δύο στοιχεία είναι αυτά τα οποία θα πρέπει αμέσως να δώσουν τον τόνο στον δεύτερο αυτό κύκλο μετά και τον πρόσφατο ανασχηματισμό της κυβερνητικής σύνθεσης: ρεαλισμός και στόχοι. Τα δύο αυτά εφάπτονται αφού χωρίς ρεαλισμό οι στόχοι δεν πραγματοποιούνται και χωρίς στόχους κανείς δεν μπορεί να πει και να πείσει πως είναι ρεαλιστής. Σε ένα ευρύτερο περιπλεγμένο και ταραγμένο περιβάλλον αλλά και με μεγάλα εσωτερικά στοιχήματα για την κοινωνική συνοχή της χώρας δεν υπάρχει καμία δικαιολογία όσον αφορά τον χρόνο που έτσι κι αλλιώς ούτε άπλετος είναι ούτε άφθονος για κανέναν.

Αντίθετα ο χρόνος επίσης θα πρέπει να διαμορφώνει εκείνους τους όρους προωθητικής δυναμικής για τη σημερινή κυβέρνηση που και οι στόχοι να πιάνονται γρήγορα και οι τακτικές να συνδέονται με το στρατηγικό βάθος που εκ των πραγμάτων πρέπει να έχει μία διακυβέρνηση. Βήματα έχουν γίνει. Θεσμικές και συνολικές τομές έχουν υπάρξει. Και καμία δικαιολογία δεν μπορεί να εμποδίσει την περαιτέρω ολοκλήρωση των στόχων για τη βελτίωση των όρων καθημερινότητας και ζωής των πολιτών. Στο τελευταίο εξάλλου είναι που μέσα από έναν μακρύ δρόμο θα κριθεί και η παρούσα κυβέρνηση αλλά και ο τρόπος που οι υπόλοιπες δυνάμεις την αντιπολιτεύονται.