Ο νέος κατώτατος μισθός, που ανακοινώθηκε στο χθεσινό Υπουργικό Συμβούλιο, αφορά 575.000 εργαζομένους του ιδιωτικού τομέα. Πρόκειται όμως για τους χαμηλότερα αμειβόμενους στην αγορά εργασίας. Αυτοί θα ωφεληθούν έστω και λίγο γιατί εκτός από την αύξηση στις αποδοχές τους θα δουν και τα ποσά μιας σειράς επιδομάτων που λαμβάνουν να ανεβαίνουν.

Στους ωφελουμένους πρέπει να προστεθούν και οι δημόσιοι υπάλληλοι, των οποίων οι αποδοχές πλέον συνδέονται με τις αυξήσεις στον κατώτατο μισθό ανεξάρτητα από τη μισθολογική τους κλίμακα – έτσι, ο αριθμός εκείνων που επηρεάζονται ξεπερνά τα 1,6 εκατ. πολίτες.

Κανείς δεν υποστηρίζει ότι από τον Απρίλιο θα αλλάξει δραματικά η ζωή όλων των παραπάνω προς το καλύτερο. Ωστόσο, η νέα αύξηση αναμφίβολα αποτελεί ένα επιπλέον βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση καθώς κι ένα μικρό αλλά θετικό δείγμα της πορείας της ελληνικής οικονομίας. Η Ελλάδα βρίσκεται πια στην 11η θέση των 22 χωρών που έχουν θεσμοθετημένο κατώτατο μισθό. Επομένως, υπάρχει περιθώριο αυτός να αυξηθεί κι άλλο. Ειδικά τώρα που υπάρχουν και προσδοκίες για περαιτέρω βελτίωση της οικονομίας της, αφού μέχρι κι ο σκληροπυρηνικός Οίκος Moody’s την έχει αναβαθμίσει.

Χρειάζεται να γίνουν πολλά ακόμη προκειμένου το καλό οικονομικό κλίμα για το οποίο μιλούν οι κυβερνώντες – επικαλούμενοι την υπερδιπλάσια από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο ανάπτυξη της χώρας – να αποτυπωθεί και στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς. Παρ’ όλ’ αυτά, οποιοδήποτε μέτρο μπορεί να δώσει ώθηση στο διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών χωρίς να υπονομεύει τη δημοσιονομική σταθερότητα τελικά μπορεί να ενισχύσει και τις μεσομακροπρόθεσμες προοπτικές της οικονομίας.