Το ένα ερώτημα είναι γιατί το έκανε. Γιατί δηλαδή, εκπλήσσοντας ακόμη και τους συμβούλους του, ο πρόεδρος Τραμπ ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα την επιβολή σαρωτικών δασμών εναντίον φίλων και εχθρών, συνοδεύοντάς τη με ισχυρισμούς περί «λεηλασίας» και «βιασμού» της Αμερικής από κοντινές και μακρινές χώρες. Η απάντηση είναι ότι ο αμερικανός πρόεδρος πιστεύει πως οι δασμοί θα αυξήσουν τα εισοδήματα των Αμερικανών, θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας και θα μειώσουν τα εμπορικά ελλείμματα. Μόνο που οι περισσότεροι οικονομολόγοι διαφωνούν και επισημαίνουν ότι οι δασμοί θα προκαλέσουν, αντιθέτως, έκρηξη του πληθωρισμού, αύξηση των ανισοτήτων, ενδεχομένως και ύφεση ανάλογη με εκείνη του 1929. Οπως έγραψε ένας ιστορικός του εμπορίου, ο Τραμπ είναι ένας άνδρας του 20ού αιώνα που θέλει να γυρίσει μια οικονομία του 21ου αιώνα πίσω στον 19ο αιώνα. Η «Ημέρα της Απελευθέρωσης» ήταν στην πραγματικότητα μια «Ημέρα της Καταστροφής».
Το άλλο, ακόμη πιο ουσιαστικό, ερώτημα είναι πώς πρέπει να αντιδράσει ο πλανήτης, και ειδικότερα η Ευρώπη, σε αυτόν τον «αστόχαστο βανδαλισμό», όπως χαρακτήρισε το «Economist» τον εμπορικό πόλεμο που κήρυξε ο αμερικανός πρόεδρος. Ο,τι ισχύει για εκείνον ισχύει και για εμάς: οι εμπορικοί δασμοί βλάπτουν εκείνον που τους επιβάλλει. Μια απάντηση «σε είδος», η επιβολή δηλαδή αντίστοιχων δασμών στα αμερικανικά προϊόντα που εισάγονται στην Ευρώπη, αφενός θα πλήξει τους ευρωπαίους καταναλωτές, αφετέρου θα οδηγήσει σε έναν καταστροφικό φαύλο κύκλο, αφού ο Τραμπ είναι βέβαιο ότι θα κάνει «ρελάνς». Το καλύτερο θα είναι λοιπόν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να αυξήσουν τις εμπορικές συναλλαγές τόσο μεταξύ τους, όσο και με τις χώρες που συμμερίζονται τις ίδιες αξίες μαζί τους.
Οι απώλειες όμως του πολέμου των δασμών δεν είναι μόνο οικονομικές. Είναι και γεωπολιτικές. Διότι όταν ο μεγαλύτερος σύμμαχός σου σε προδίδει, χάνεται αυτομάτως και η εμπιστοσύνη που του είχες. Ο καναδός πρωθυπουργός είπε πρόσφατα ότι η μακρά σχέση συνεργασίας ανάμεσα στον Καναδά και τις ΗΠΑ έλαβε τέλος. Και αυτό δεν αφορά μόνο τον Καναδά. Η Ευρώπη θα πρέπει λοιπόν να μειώσει την εξάρτησή της από τις ΗΠΑ και να χαράξει επιτέλους τη στρατηγική της αυτονομία.