O 19ος αιώνας ήταν βρετανικός. Ο 20ός ήταν αμερικανικός. Και σχεδόν όλοι οι σοβαροί αναλυτές εκτιμούν ότι ο 21ος θα είναι κινεζικός, ή τουλάχιστον ασιατικός. Αυτή την εξέλιξη θέλει να αποτρέψει ο Ντόναλντ Τραμπ. Αλλά το κάνει με απότομο τρόπο. Αντί να προσπαθήσει να συγκροτήσει ένα κοινό μέτωπο με τους συμμάχους του (ΕΕ, Βρετανία, Ιαπωνία, Καναδάς, Αυστραλία, Νέα Ζηλανδία), προσελκύοντας στο μέτωπο αυτό και τις χώρες του Παγκοσμίου Νότου (από τη Βραζιλία ως την Ινδία), καταφεύγει σε οικονομικούς εκβιασμούς, ακόμη και απειλές για βίαιη προσάρτηση ξένων εδαφών.

Η εβδομάδα που τελειώνει άλλαξε από πολλές απόψεις τον κόσμο. Πρώτον, επειδή υπήρξε σοβαρός κίνδυνος να καταρρεύσει το αμερικανικό χρηματοπιστωτικό σύστημα, κάτι που απετράπη με τη στροφή που έκανε την τελευταία στιγμή ο Τραμπ. Δεύτερον, επειδή αποδείχθηκε στην πράξη πόση δύναμη έχει ένας άνθρωπος – στη συγκεκριμένη περίπτωση ο πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, που λειτουργεί με βάση το ένστικτό του. Τρίτον, επειδή κλιμακώθηκε η σύγκρουση ανάμεσα στις ΗΠΑ και την Κίνα, που μπορεί σήμερα να περιορίζεται στο εμπορικό επίπεδο, δεν αποκλείεται όμως στη συνέχεια να εκτροχιαστεί: αν το Πεκίνο εκμεταλλευτεί την κατάσταση για να εισβάλει στην Ταϊβάν, μπορεί να ξεσπάσει και Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος.

Σε αυτό το περιβάλλον, η Ευρώπη πρέπει να κρατήσει την ψυχραιμία της. Πρέπει κατ’ αρχάς να επωφεληθεί από την «περίοδο χάριτος» των 90 ημερών που αποφάσισε ο αμερικανός πρόεδρος και να διαπραγματευθεί μαζί του μια συμφωνία που δεν θα απειλεί το ελεύθερο εμπόριο και δεν θα πλήττει τους καταναλωτές. Πρέπει, επίσης, να αντισταθεί στις φωνές που ζητούν την ευθυγράμμισή της με την Κίνα, μια χώρα που κυβερνάται από ένα αυταρχικό καθεστώς, δεν μοιράζεται τις ευρωπαϊκές αξίες και ακολουθεί το δόγμα «διαίρει και βασίλευε». Ο Εμανουέλ Μακρόν είχε δίκιο: η Ευρώπη πρέπει να επιδιώξει τη στρατηγική της αυτονομία, να συμπληρώσει δηλαδή την «ήπια ισχύ» της (συνεργασία αντί για καταναγκασμό) με τη «σκληρή ισχύ» (μια υπολογίσιμη στρατιωτική δύναμη) ώστε να αποκτήσει μια «έξυπνη ισχύ».

Με άλλα λόγια, έστω και υπό πίεση, ή ακριβώς επειδή δέχεται πίεση, ήρθε η ώρα η Ευρώπη να ενηλικιωθεί.